Τρίτη 6 Ιουνίου 2017

 ΤΟ ΠΝΕΥΜΑ ΤΗΣ ΒΥΖΑΝΤΙΝΗΣ ΟΠΛΟΜΑΧΙΑΣ – Φιλοσοφία και πνευματικότητα του ελληνορωμαϊκού τρόπου μάχεσθαι με βάση τα «Στρατηγικά» και «Τακτικά».

ΙΩΑΝΝΗΣ ΔΑΝΔΟΥΛΑΚΗΣ, 6 Ιουνίου 2017


«[…] Αν είσαι από εκείνους που δεν χρειάζονται την συμβουλή άλλου, κάνε τα πάντα χωρίς να γνωρίζει κανείς. Γιατί ο στρατηγός που δεν έχει ανάγκη την συμβουλή κανενός, είναι ισάξιος ολόκληρου του στρατεύματος. Τέτοιος ήταν ο Πύρρος ο Ηπειρώτης και ο Αννίβας ο Καρχηδόνιος, αν και μετά τις θαυμαστές εκείνες στρατηγίες τους βρήκαν κακό τέλος, αν και, έχω τη γνώμη όχι από δικό τους σφάλμα, αλλά από θέλημα του Θεού (σ.σ. για την αλαζονεία τους). Και ποιος δεν θα θαυμάσει τ’ ανδραγαθήματα του Σκιπίωνα του νεότερου, αποτέλεσμα της ορθοφροσύνης του, όπως και τους αγώνες του Βελισαρίου και άλλων πολλών, που τους γνωρίζουν οι φιλομαθείς;». («Στρατηγικό» Κεκαυμένου).


Ο άνθρωπος, από τις αρχέγονες βιολογικές καταβολές του, έχει έμφυτο το ένστικτο της επιβίωσης και της επιθετικότητας. Καθότι όμως ως έμψυχο ον έχει εξελιχθεί από την κτηνώδη κατάσταση του άγριου ζώου, η μάχη και ο πόλεμος δεν είναι πλέον μέρος της καθημερινότητας του ανθρώπου, ο οποίος όταν πράγματι καλείται να πολεμήσει, βρίσκεται αμέσως αντιμέτωπος με δύο βαθειά, θεμελιώδη διλήμματα. Το πρώτο, πώς θα αφαιρέσει τη ζωή κάποιου άλλου ανθρώπου και το δεύτερο πώς πρέπει να συμπεριφερθεί για να εξασφαλίσει την δική του επιβίωση.

Δεδομένου ότι είναι πάντα μικρή η μειοψηφία εκείνων των ανθρώπων που διακατέχονται από εγκληματική, δολοφονική ψυχοσύνθεση, το ανωτέρω δίλημμα είναι σε κάθε εποχή επίκαιρο, για κάθε φυσιολογικό άνθρωπο που καλείται να αντιμετωπίσει καταστάσεις ζωής και θανάτου.

Η συνάφεια των ανωτέρω με την βυζαντινή σπαθασκία και οπλομαχία έγκειται στο ότι στις μέρες μας είναι μεν ένα άθλημα, αλλά ταυτόχρονα και μία πολεμική τέχνη, η οποία αφορά τον τρόπο που μάχονταν οι στρατιώτες της Ανατολικής Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας και την στρατηγική-τακτική σκέψη των στρατηγών της.

Σε συνέχεια του παραπάνω διλήμματος για την ζωή και τον θάνατο, κομβικής σημασίας για κάθε άνθρωπο είναι το ζήτημα του δικαίου στον πόλεμο, πολλώ δε μάλλον για την χριστιανική Αυτοκρατορία της Κωνσταντινούπολης.

Για να αντιμετωπίσει ο άνθρωπος τα διλήμματα αυτά έχει ανάγκη από ένα πνευματικό και φιλοσοφικό υπόβαθρο, το οποίο θα του επιτρέπει να πολεμά χωρίς να γίνεται εγκληματίας και χωρίς να χάνει την συναίσθηση και το νόημα του δικαίου. Αυτό ακριβώς το στοιχείο δηλαδή, που ξεχωρίζει έναν πολιτισμένο άνθρωπο από έναν βάρβαρο.

Αναζητήσαμε, λοιπόν, τα βασικά χαρακτηριστικά του πνεύματος και της ιδεολογίας που προσδιόριζε την προσέγγιση των ζητημάτων αυτών στην ελληνοχριστιανική Αυτοκρατορία, μέσα από τα κείμενα των «Στρατηγικών» και των «Τακτικών». Τα ιστορικά αυτά κείμενα συνιστούν, προφανώς, εγχειρίδια στρατηγικής και όχι μονομαχίας ή ατομικής πολεμικής τέχνης. Εντούτοις, όπως ο Clausewitz, (ο οποίος είναι ο πρώτος σοβαρός μετά-μεσαιωνικός Ευρωπαίος στρατηγιστής που εμπνεύστηκε και μιμήθηκε, για το μνημειώδες έργο του από αυτά ακριβώς τα στρατηγικά συγγράμματα των Ελλήνων αυτοκρατόρων), έχει πολύ εύστοχα διατυπώσει, «ο πόλεμος δεν είναι τίποτα άλλο παρά μια μονομαχία δύο δρώντων σε μεγάλη κλίμακα». Επομένως οι βασικοί κανόνες της στρατηγικής και τακτικής στον ευρύτερο πόλεμο μεταξύ στρατών ισχύουν και εφαρμόζονται απαράλλακτα και σε μία ατομική πολεμική τέχνη.


Για τον σκοπό της έρευνάς μας, ανατρέξαμε στα τέσσερα σημαντικότερα - κατά την γνώμη μας - από τα σωζόμενα βυζαντινά «Στρατηγικά» και «Τακτικά», τα οποία βέβαια αποτελούν μονάχα ένα θραύσμα της πληθώρας από παρόμοια συγγράμματα και εγχειρίδια στρατηγικής, στην συγγραφή των οποίων, από την εποχή του Βεγέτιου (De Re Militari), με ιδιαίτερη έφεση καταγίνονταν αυτοκράτορες και στρατηγοί της αρχαίας Ρώμης και της Κωνσταντινούπολης. Αυτό βεβαιώνεται από τα ίδια τα συγγράμματα αυτά και τις συνεχείς αναφορές και παραπομπές τους σε «άλλους συγγραφείς».

Για την μοναδική ιδιοφυΐα της βυζαντινής υψηλής στρατηγικής έχουν ήδη καταπονηθεί σοβαρές και εκτεταμένες μελέτες από καταξιωμένους νεότερους και σύγχρονους ακαδημαϊκούς, επομένως θα παραπέμψουμε απευθείας σε αυτούς[1], όσον αφορά την στρατηγική, τακτική και διπλωματία που επί χιλιετίας εφάρμοζαν οι Αυτοκράτορες της Κωνσταντινούπολης ώστε να αντεπεξέλθουν, από θέση άμυνας, το πλήθος των αλλεπάλληλων και – σχεδόν πάντοτε – ισχυρότερων εξωτερικών επιδρομέων. Εν προκειμένω θελήσαμε να προχωρήσουμε, ίσως, λίγο παραπέρα και να μελετήσουμε τα κείμενα αυτά ψηλαφώντας τα στοιχεία εκείνα που δηλώνουν μια συγκεκριμένη συμπεριφορά, η οποία συναντάται κοινή μέσα στα τέσσερα αυτά συγγράμματα και αναδεικνύει ένα ξεχωριστό μοντέλο τακτικής που μπορεί να εφαρμοστεί στις πολεμικές τέχνες.

Θα αναρωτηθεί ενδεχομένως κανείς, ότι τα «Στρατηγικά» και «Τακτικά» είναι θεωρητικά συγγράμματα για την στρατιωτική τέχνη και την διπλωματία, αλλά δεν αφορούν σε τεχνικές πολεμικής τέχνης. Είναι πράγματι αλήθεια ότι σε αντίθεση με την δυτικοευρωπαϊκή ιστορική μεσαιωνική σπαθασκία που βασίζεται σε πρωτογενείς γερμανικές και ιταλικές πηγές, δεν υπάρχει εγχειρίδιο της «βυζαντινής», τουτέστιν της ελληνορωμαϊκής πολεμικής τέχνης, όχι μόνο για την μεσαιωνική περίοδο αλλά ούτε για την αρχαία. Όσον αφορά το ζήτημα των πηγών και το εγχείρημα της ιστορικής εμπειρικής αναπαραγωγής στο σήμερα, μιας χαμένης στα βάθη αιώνων πολεμικής τέχνης, έχει ήδη καταπονηθεί σημαντικός αριθμός μελετών τα τελευταία χρόνια, όπως ενδεικτικά εδώ (www.medievalswordmanship.wordpress.com), εδώ (www.medievalswordmanship.wordpress.com) και εδώ (www.christoikoumeni.blogspot.gr).

Παρόλα αυτά, μια πολεμική τέχνη δεν απαρτίζεται μονάχα από εξωτερικά χαρακτηριστικά, δηλαδή μια σειρά από τα ιδιαίτερα όπλα που χρησιμοποιεί (και εφόσον πρόκειται για ιστορική πολεμική τέχνη από τα ιστορικά όπλα) και τις διακριτές τεχνικές που εφαρμόζει. Ούτως ή άλλως έχει ήδη κατοχυρωθεί ότι η βυζαντινή οπλομαχία διαθέτει και τα δύο παραπάνω χαρακτηριστικά. Το χαρακτηριστικό, όμως, εκείνο που κάνει μια πολεμική τέχνη να ξεχωρίζει περισσότερο από τις άλλες είναι η θεωρία της. Μια ιδιαίτερη φιλοσοφία και ένα ξεχωριστό πνεύμα που την διακατέχουν και αυτό είναι που ανατρέξαμε να ανακαλύψουμε στις πηγές για την βυζαντινή οπλομαχία και παρουσιάζουμε εδώ.

«Μια πολεμική τέχνη πρέπει να είναι προϊόν έρευνας ανθρώπων που έχουν επιζήσει σε μάχη. […] Είμαστε αρκετά τυχεροί, διότι στην εποχή μας σώζονται, σαν αρχαιολογικό και ιστορικό αρχείο, οι απόψεις και οι μέθοδοι αρχαιότερων πολιτισμών και λαών, τόσο για τα αθλήματα μονομαχίας (όπως η πάλη υποταγής), όσο και για τις πολεμικές τέχνες τις ίδιες. Το αρχείο αυτό είναι σημαντικό γιατί εκφράζει τις απόψεις ανθρώπων που συμμετείχαν σε μάχη δια μέσω των αιώνων, και έτσι γνώριζαν καλώς το τι συμβαίνει κατά τη διάρκεια της. Επίσης σημαντικότατο είναι ότι οι πολεμικές τέχνες που τεκμηριώνονται σε αυτό το αρχαιολογικό και ιστορικό αρχείο παρουσιάζουν τρομερή ομοιότητα μεταξύ τους, που δεν είναι τυχαίο γεγονός. Οι αρχαίοι λαοί, καθώς και οι κοινωνίες του μεσαίωνα, αλλά και αυτοί της αναγέννησης, επέλεγαν σαφέστατα το τι είχε πραγματική αξία στη μάχη – η μόδα στις πολεμικές τέχνες είναι κατάλοιπο εποχών ειρήνης, και όχι πολέμου» (Κώστας Δερβένης, medievalswordmanship.wordpress.com ). Οι διαπιστώσεις αυτές ισχύουν στο έπακρον για τα τέσσερα σωζόμενα βυζαντινά Στρατηγικά και Τακτικά, οι συγγραφείς των οποίων ήταν όλοι εμπειρότατοι στρατιωτικοί, «ψημένοι» στις μάχες και τους πολέμους της εποχής τους.



Στην παρούσα μελέτη θα αναλυθούν τρεις βασικοί άξονες έρευνας:

Α) Τα κυρίαρχα χαρακτηριστικά γνωρίσματα του πνεύματος και της τακτικής της βυζαντινής-ρωμέικης θεωρίας πολέμου, όπως αυτά συναντώνται κοινά και στα τέσσερα σωζόμενα Στρατηγικά-Τακτικά. Το πνεύμα και η τακτική αυτή εφαρμόζεται πλήρως στην βυζαντινή οπλομαχία.

Β) Ότι η βυζαντινή θεωρία πολέμου, όπως αναδεικνύεται μέσα από τα Στρατηγικά-Τακτικά, περιλαμβάνει και βασίζεται στην διαδοχική κλιμάκωση της βίας με σκοπό την άμυνα (μάχη απεμπλοκής, μάχη υποταγής, μάχη επιβίωσης), άρα αποτελεί πρακτική ενσάρκωση και εφαρμογή του παμμάχου

Γ) Θα αναδείξουμε πώς η διακριτή και μοναδική θέση φύλαξης «πρόκωπον» της ελληνορωμαϊκής-βυζαντινής οπλομαχίας ενσαρκώνει όλα τα παραπάνω χαρακτηριστικά γνωρίσματα της τακτικής της πολεμικής αυτής τέχνης.

Α) ΒΑΣΙΚΕΣ ΑΡΧΕΣ ΤΗΣ ΡΩΜΕΪΚΗΣ ΘΕΩΡΙΑΣ ΠΟΛΕΜΟΥ ΚΑΙ ΤΑΚΤΙΚΗΣ:

-Θεοσέβεια:
Τα Στρατηγικά-Τακτικά, είναι κείμενα, αναμφισβήτητα, αμιγώς κοσμικά. Όλοι όμως οι συγγραφείς ξεκινούν και τελειώνουν με την επίκληση της Αγίας Τριάδας και την εύνοια της Θείας Πρόνοιας για την επικράτηση στην μάχη και τον πόλεμο. Χαρακτηριστικό της θρησκευτικής ιδιοσυγκρασίας των ανθρώπων της εποχής εκείνης είναι το ακόλουθο απόσπασμα του Κεκαυμένου:

«Όταν βρεθείς εκτός υπηρεσίας και δεν ασχολείσαι με στρατιωτικές υποθέσεις, να διαβάζεις και βιβλία και ιστορίες και τα βιβλία της εκκλησίας. Και να μην πεις: «τι ωφελούν τον στρατιωτικό τα δόγματα και τα εκκλησιαστικά βιβλία;» Στην πραγματικότητα πολύ θα ωφεληθείς. Κι αν προσέξεις καλά θα κερδίσεις από αυτά, όχι μόνο δόγματα και ψυχωφελή διηγήματα, αλλά και γνωμικά, τόσο ηθικά όσο και στρατηγικά, γιατί σχεδόν όλη η Παλαιά Διαθήκη είναι γεμάτη στρατηγικά ζητήματα» («Στρατηγικόν» Κεκαυμένου, σελ. 82).

«Η εκτέλεσις των θρησκευτικών καθηκόντων να είναι πρώτιστο μέλημά σου. Περισσότερο […] όταν πρόκειται να αρχίσεις τον πόλεμο» («Τακτικά» Λέοντος Στ’ Σοφού, β’ τόμος, σελ. 239).



Εξάλλου, είναι γνωστό ότι ένα από τα πλέον αγαπητά λαϊκά αναγνώσματα σε όλη την υπερχιλιετή διάρκεια της βυζαντινής εποχής ήταν τα έπη του Ομήρου, τα οποία βρίθουν από αναφορές για την θεϊκή παρουσία και ανάμιξη στην μάχη. Οι συγγραφείς των Στρατηγικών-Τακτικών αφενός διατηρούν το ύφος της γραφής τους πρακτικό, λιτό, συχνά κυνικό και καταδικάζουν, ως ολέθριο για τον Στρατηγό, κάθε είδος δεισιδαιμονίας ή πίστης σε «μαγικές» λύσεις και θείες επεμβάσεις στον πόλεμο. Αφετέρου όμως, η θρησκευτική ευλάβεια και η θεοσέβεια, εμφανίζονται σε καίρια σημεία του κειμένου, τηρώντας την απόλυτη «χρυσή τομή» του μέτρου που εκφράζει ο κανόνας του «συν Αθηνά και χείρα κίνει».

«Συμβουλεύουμε επομένως τον στρατηγό, προπάντων να αγαπάει τον Θεό και να μεριμνά για την δικαιοσύνη και ακολούθως να σπεύδει να προσλάβει την εύνοια του Θεού. […] Ακριβώς όπως ο καραβοκύρης, και ο άριστος ακόμα, που όταν οι άνεμοι δεν πνέουν αισίως άχρηστη είναι η τέχνη του, όταν όμως τους έχει με το μέρος του, με την σύμπραξη της τέχνης, στο διπλάσιο τον πλου του πλοίου εξασφαλίζει. Έτσι και ο στρατηγός ο άριστος: οχυρωμένος όταν είναι με την εύνοια του Θεού και εφόσον ασκεί ακατάπαυστα την Στρατιωτική Τέχνη και την Στρατηγική, και τον στρατό που του έχουμε εμπιστευθεί με ασφάλεια διοικεί και στα ποικίλα σχέδια δράσης των εχθρών αντεπεξέρχεται. Η μεν Θεία Πρόνοια προσχεδιάζει το συμφέρον, οι δε αποτελούν τα σωστά βήματα προς το αίσιο τέλος». («Στρατηγικόν» Μαυρικίου, σελ. 40-41).

Επομένως ο Στρατηγός είναι απολύτως υπεύθυνος για τις δικές του πράξεις και τα στρατιωτικά του καθήκοντα. Ο Θεός δεν μπορεί, ούτε πρόκειται ποτέ να επέμβει για να διορθώσει ένα ανθρώπινο λάθος. Η Θεία Πρόνοια όμως θα ενεργήσει, όπως πολύ εύστοχα παρομοιάζει ο συγγραφέας αυτοκράτορας, σαν τον ούριο άνεμο στα πανιά ενός καραβιού. 

Ακριβώς παρόμοιες συναινέσεις παρέχει και ο Λέοντας Στ’ Σοφός στο δικό του σύγγραμμα, ο οποίος επιπλέον καταδικάζει την πίστη σε προλήψεις και δεισιδαιμονίες που τόσο διαδεδομένες ήταν την εποχή εκείνη («Τακτικά», β’ τόμος , σελ. 251).

-Σωφροσύνη και Σύνεση:
Ο Στρατηγός φροντίζει στο έπακρο για την φυσική κατάσταση και την υλική αρτιότητα του στρατού του. Όλοι οι συγγραφείς των Στρατηγικών-Τακτικών δίνουν ιδιαίτερη έμφαση στην σημασία του σωστού εξοπλισμού και της συντήρησής του. Έτσι τονίζουν ότι και η τελευταία λεπτομέρεια μπορεί να παίξει κομβικό ρόλο στην μάχη (όπως π.χ. να έχουν φροντίσει οι στρατιώτες να έχουν δερμάτινα σκεπάσματα για την προστασία των όπλων και κυρίως των τόξων από την βροχή ή να έχουν φροντίσει για την έτοιμη κατάσταση των υποζυγίων και των αλόγων σε περίπτωση που χρειαστεί να τραπούν σε υποχώρηση).

Οι συγγραφείς των Στρατηγικών-Τακτικών έχουν επίσης πλήρη επίγνωση της σημασίας των αριθμών και της ισχύος στον πόλεμο και ο Στρατηγός πρωτίστως επιδιώκει να συγκεντρώσει όσο το δυνατόν πολυπληθέστερο και ικανότερο σε φυσική κατάσταση στράτευμα. Εντούτοις, και επειδή όπως η ιστορία απέδειξε, όσο μεγάλα σε αριθμό και αν ήταν τα ρωμαϊκά-βυζαντινά στρατεύματα σχεδόν πάντοτε βρίσκονταν αντιμέτωπα με ακόμα πολυπληθέστερους αντιπάλους, ο σωστός Στρατηγός πρέπει πάντα να έχει στο νου του το πάθημα του στρατηγού Βάρρου στον Μέλανα Δρυμό, εκείνο των Κράσσων στην μάχη της Χαρράν ή εκείνον του αυτοκράτορα Ουάλη στην Αδριανούπολη. Να γνωρίζει δηλαδή ότι οφείλει πάντα να πορεύεται με σύνεση και να μην υπερεκτιμά ποτέ την ισχύ και την τύχη του και ότι, για αυτό ακριβώς, η ασφαλέστερη οδός είναι να επιδιώκει πάντοτε να επικρατήσει με κάποιο τέχνασμα ή δόλια εξαπάτηση του εχθρού και όχι σε κατά μέτωπο μάχη.

Σύλλογος "Κορύβαντες"

-Πραότητα και Νηφαλιότητα:
Ο θυμός, η οργή και οι βιαστικές εν θερμώ αποφάσεις στην μάχη είναι ο πιο σύντομος και βέβαιος δρόμος προς την καταστροφή. Οι συγγραφείς των Στρατηγικών-Τακτικών επανειλημμένως και με ποικίλους τρόπους τονίζουν την σημασία της πραότητας που πρέπει να διακατέχει τον χαρακτήρα του καλού Στρατηγού. Νηφάλια και με προσοχή πρέπει ο Στρατηγός να κρίνει τόσο τα εσωτερικά ζητήματα που αφορούν εντός του στρατεύματός του, όσο και τις εξωτερικές απειλές των εχθρών. Το ολέθριο λάθος, από μια βιαστική απόφαση, χωρίς να έχει αποκτήσει ο Στρατηγός πλήρη εικόνα των μεταβλητών μιας κατάστασης, περιμένει πάντα στην γωνία. Το ίδιο ισχύει στο έπακρο για κάθε πολεμιστή και μονομάχο.

-Δραστήριος και επιμελής:

«Ο στρατηγός σαν επιθυμεί την ειρήνη είναι πάντοτε έτοιμος για πόλεμο. Γιατί τους ετοιμοπόλεμους είναι που φοβούνται περισσότερο οι βάρβαροι» («Στρατηγικόν» Μαυρικίου, σελ. 164).
«Στρατηγός ο οποίος επιθυμεί ειρήνη πρέπει να είναι καλώς προετοιμασμένος για πόλεμο». («Τακτικά» Λέοντα Στ. Σοφού, σελ. 255 β’ τόμος).

Ο Στρατηγός λοιπόν δεν επιδιώκει μεν τον πόλεμο ούτε προκαλεί τους εχθρούς με παράτολμες και ριψοκίνδυνες ενέργειες. Αυτό, όμως, σε καμμία περίπτωση δεν συνεπάγεται ότι θα μείνει άπραγος, θα αδρανήσει και θα αμελήσει τα στρατιωτικά καθήκοντα της άμυνας και της αποτροπής.
Ακούραστα ο Στρατηγός και ο πολεμιστής πρέπει να φροντίζουν και για την τελευταία λεπτομέρεια των πραγμάτων του πολέμου και της μάχης. Οφείλουν επίσης να είναι σε μόνιμη επιφυλακή για αιφνίδιες και απρόβλεπτες κινήσεις του εχθρού.

-Άσκηση στην πολεμική τέχνη και καλός εξοπλισμός:

«Λίγους ανέδειξε ως ανδρείους η φύση, αλλά πολλούς έκανε άξιους η επιμέλεια και η άσκηση» («Στρατηγικόν» Μαυρικίου, σελ. 158).  
«Όσο πιο ευπαρουσίαστος ως προς τον οπλισμό του είναι ο στρατιώτης τόσο πιο πρόθυμος γίνεται ο ίδιος και πιο δειλοί οι εχθροί του» («Στρατηγικόν» Μαυρικίου, σελ. 45-46).
«Ποτέ να μην οδηγούνται στρατιώτες στη μάχη αν πρώτα δεν έχουν επαρκή εμπειρία σε πράξεις ανδρείας» («Στρατηγικόν» Μαυρικίου, σελ. 158).
«Οι στρατιώτες που μοχθούν κατά την εκγύμναση προοδεύουν στην ανδρεία. Όταν, δε, τεμπελιάζουν, καθίστανται νωθροί και περισσότερο αδύναμοι. Για τούτο θα φροντίσεις να μην αδρανούν αυτοί, αλλά να πραγματοποιούν κοπιαστικές ασκήσεις, όπως εκθέσαμε προς εσένα και σε άλλα σημεία» («Τακτικά» Λέοντος Στ’ Σοφού, β’ τόμος, σελ. 241).

Για τους συγγραφείς των Στρατηγικών-Τακτικών το Α και το Ω στον πόλεμο είναι ζήτημα σωστού εξοπλισμού και συνεχούς, επίπονης εκπαίδευσης στην πολεμική τακτική και τους σχηματισμούς της μάχης. Για αυτό άλλωστε τα κεφάλαια που είναι αφιερωμένα στην περιγραφή των παραπάνω καταλαμβάνουν το ήμισυ σχεδόν του περιεχομένου των έργων του Μαυρικίου και του Λέοντα.

Η ατομική ικανότητα στην πρόσωπο με πρόσωπο μονομαχία, είναι μηδαμινά ασήμαντη, διότι αφενός ο χώρος της μάχης μέσα σε φάλαγγα είναι ασφυκτικά περιορισμένος και δεν επιτρέπει κάτι παραπάνω από απλά κτυπήματα στα ανοίγματα του αντιπάλου και αφετέρου ένας επαγγελματικός στρατός του επιπέδου του ρωμαϊκού-βυζαντινού βασίζεται αυστηρά στην τακτική και την πειθαρχία. Αυτό συνεπάγεται ότι αν συμβεί έστω και ένα μόνο λάθος στον προκαθορισμένο σχηματισμό της μάχης, αν έστω και ένας ελιγμός της φάλαγγας δεν εκτελεστεί σωστά, όλη η μάχη μπορεί να χαθεί από αυτήν την λεπτομέρεια.

Η τακτική και η πειθαρχία, και όχι η ατομική γενναιότητα, ικανότητα και η σωματική δύναμη, είναι τα βασικά θεμέλια της ρωμέικης θεωρίας πολέμου και ασφαλιστικές δικλείδες που εξασφαλίζουν τον Στρατηγό απέναντι σε κάθε απρόοπτη τροπή του πολέμου και της μάχης. Διότι ακόμα και ο πιο δειλός έχει έμφυτο μέσα του ένστικτο της επιβίωσης. Και ενώ λόγω δειλίας η πρώτη φυσική του αντίδραση απέναντι στον κίνδυνο μπορεί να είναι η φυγή, με την σωστή εκπαίδευση μέσα σε πολυπληθή πολεμική παράταξη, ακόμα και ο δειλός μαθαίνει να δίνει στον φόβο του άλλη διέξοδο από την φυγή ["Ο Ηρακλής, τα φίδια και η αναγέννηση του πολεμιστή", www.byzantineoplomachia.wordpress.com].

Γράφει χαρακτηριστικά ο Μαυρίκιος, για την συνεχή και επίπονη άσκηση, κάτι πολύ ενδιαφέρον, για όσους ασχολούνται με πολεμικές τέχνες:
«Αυτοί πρέπει να ξέρουν ότι οι αθλητές και οι ηνίοχοι και οι άλλοι, που αγωνίζονται για την ευχαρίστηση […] καταβάλλουν τόσο μόχθο και υφίστανται τόση κούραση: ότι διατρέφονται λιτά και ασκούνται ασταμάτητα για να μπορέσουν να μάθουν ποιες κινήσεις βλάπτουν τους αντιπάλους και τι να προσέχουν στις κινήσεις που επιχειρούν οι αντίπαλοι και πώς να εξουδετερώνουν τις λαβές. Πόσο μάλλον εμείς εδώ, που το σφάλμα μας αμέσως επιφέρει το θάνατο […] πρέπει να ασκούμεθα στις ασκήσεις του σχηματισμού συνεχώς» («Στρατηγικόν» Μαυρικίου, σελ. 111).

Όπως, άλλωστε, ο Λέοντας Στ’ ο Σοφός εξηγεί, η πολεμική τέχνη είναι «εθισμός», δηλαδή ο στρατιώτης μέσω της συνεχούς και εντατικής επανάληψης των πολεμικών τεχνικών και των ελιγμών της πολεμικής παράταξης εθίζεται, μαθαίνει να αντιδρά αυτόματα με συγκεκριμένο τρόπο στον άμεσο κίνδυνο. Η συνεχής εκπαίδευση και επανάληψη των ασκήσεων στην τακτική της μάχης θα προσδώσουν στον στρατιώτη που τις συνηθίσει, ώστε να του γίνουν δεύτερη φύση (αυτοματοποίηση κινήσεων, μυϊκή μνήμη κ.ο.κ.), την απαραίτητη άνεση να τις εκτελέσει στην ώρα της πραγματικής μάχης.

Ακόμα και όταν ο στρατός βρίσκεται σε πορεία μπορεί και πρέπει, σύμφωνα με τα Στρατηγικά-Τακτικά να εκτελεί, εν κινήσει, ασκήσεις σε ελιγμούς μάχης.
Ούτε η ατομική φυσική δύναμη, ούτε η έμφυτη ατομική γενναιότητα και τολμηρότητα, ούτε η ισχυρή ή ασθενής σωματική διάπλαση, ούτε το πλήθος των αριθμών είναι αυτά που μετρούν στον πόλεμο. Για την ελληνορωμαϊκή πολεμική τέχνη, το Α και το Ω είναι η συνήθεια και η πειθαρχία της παράταξης που πρέπει ο Στρατηγός να έχει εκ των προτέρων φροντίσει. Αυτά θα κάνουν και τον πιο αδύναμο και δειλό στρατιώτη να αποκτήσει θάρρος την ώρα της μάχης, γιατί θα ξέρει εκ των προτέρων τι να κάνει. Έτσι, ο ελεύθερος χρόνος του Στρατηγού και των στρατιωτών του είναι μόνο χρόνος για συνεχή γυμνάσια και πολεμικές ασκήσεις.

Osprey Publishing, "Byzantine Cavalryman c. 900 - 1204"


-Στρατηγήματα, Τεχνάσματα, Ενέδρες και εξαπάτηση του εχθρού – Η πεμπτουσία της βυζαντινής πολεμικής τέχνης:

«Η απάτη πολλές φορές ωφελεί στη μάχη» («Στρατηγικόν» Μαυρικίου, σελ. 158).
«Ανδρείος είναι ο στρατηγός που προσαρμόζει τις τακτικές του στην περίσταση και στη μάχη» («Στρατηγικόν» Μαυρικίου, σελ. 159).
«Πλειστάκις η προσποίηση ωφέλησε πολύ τον στρατηγό» («Στρατηγικόν» Μαυρικίου, σελ. 166).
«Πρέπει ο στρατηγός να ενεργεί όπως ο καλός παλαιστής: να κάνει ότι δήθεν θα ενεργήσει κάτι, για να εξαπατήσει τον αντίπαλο και να επιχειρήσει στην ώρα του το ενδεδειγμένο και έτσι θα επικρατήσει στην μάχη» («Στρατηγικόν» Μαυρικίου, σελ. 166).

Δεν είναι τυχαίο ότι η έννοια της στρατηγικής και της τακτικής γεννήθηκε στην αρχαία Ελλάδα και συγκεκριμένα από τον στρατηγό Μιλτιάδη στη μάχη του Μαραθώνα. Μέχρι και τότε ο πόλεμος ήταν ζήτημα αριθμών και ωμής ισχύος: όποιος είχε τον πολυπληθέστερο στρατό, αναπόφευκτα, υπερίσχυε στο πεδίο της μάχης. Η στρατηγική και η τακτική, επομένως, είναι το όπλο που, εμπνευσμένοι από το ένστικτο της επιβίωσης, εφηύραν οι αρχαίοι Έλληνες, οι οποίοι ανέκαθεν ήταν αναγκασμένοι να πολεμούν απέναντι σε ισχυρότερους και πολυπληθέστερους εχθρούς και – σχεδόν πάντα – από θέση άμυνας.

Ανέκαθεν οι κάτοικοι της γεωγραφικής αυτής περιοχής ήταν αναγκασμένοι να πολεμούν με περιορισμένους πόρους (υλικούς και έμψυχους) και να επιδιώκουν στον πόλεμο την οικονομία φυσικών πόρων, δυνάμεων και ανθρώπινου και υλικού δυναμικού.

Η στρατιωτική αυτή τέχνη και τακτική, αν και εφευρέθηκε και εγκαινιάστηκε από τους αρχαίους Έλληνες, τελειοποιήθηκε στον απώτερο βαθμό από τους Στρατηγούς της Αυτοκρατορίας της Νέας Ρώμης-Κωνσταντινούπολης.

Έτσι οι συγγραφείς των Στρατηγικών-Τακτικών, της βυζαντινής πλέον περιόδου, αν και διαθέτουν (και πασχίζουν ώστε να συνεχίζουν να διαθέτουν) τον πλέον εξελιγμένο και ισχυρότερο σε υλικά και τεχνογνωσία στρατό της εποχής τους, ευθέως και κατηγορηματικά δηλώνουν ότι, η κύρια μέριμνα του καλού Στρατηγού είναι να αποφεύγει την κατά μέτωπο αντιπαράθεση με τον εχθρό. Αντιθέτως και πριν αναγκαστεί να έρθει σε κατά μέτωπο αντιπαράθεση σε μάχη, να έχει εξαντλήσει κάθε περιθώριο ώστε να εξουδετερώσει τον εχθρό με κάθε άλλο μη συμβατικό μέσο και δυνατότητα.

Η τακτική αυτή μπορεί να μην είναι πολύ «ηρωική», αλλά είναι απόλυτα πρακτική και λειτουργική. Όπως χαρακτηριστικά δηλώνει ο αυτοκράτορας Μαύρικιος: «Είναι πιο ασφαλές και ωφέλιμο να επικρατήσεις επί των εχθρών με την λογική και την στρατηγική, παρά με το σπαθί και τη δύναμη. Στην πρώτη περίπτωση δεν διατρέχεις κίνδυνο, στην δεύτερη η έκβαση συνυφαίνεται με τις απώλειες».

Έργο του Δημήτρη Σκουρτέλη

Η προσέγγιση αυτή αν και βασίζεται πρωτίστως στον ορθολογισμό και την πρακτική σκέψη, έχει σαφώς ανθρωπιστικές και ειρηνιστικές προεκτάσεις. Για μια αυτοκρατορία με μόνιμο πρόβλημα λειψανδρίας η ζωή ακόμα και ενός ανδρός ήταν υπερπολύτιμη, πόσω μάλλον όταν όπως φαίνεται από το έργο του Λέοντα Στ’ Σοφού (την εποχή του οποίου ήταν στο απώγειο της ακμής του το θεματικό σύστημα), το κράτος είχε επενδύσει πολλά σε αυτόν τον ένα στρατιώτη. Επιπλέον, η προσπάθεια αποφυγής της πολεμικής σύγκρουσης με κάθε τρόπο ήταν αναγκαία τακτική για ένα κράτος η γεωγραφία του οποίου κυριαρχείται από ορεινούς όγκους (στην Βαλκανική) και ημιερημώδεις σαβάνες (στην ανατολική Μικρά Ασία), επομένως με περιορισμένη γεωργική παραγωγή (ειδικά μετά την απώλεια της Αιγύπτου τον 7ο αιώνα), η οποία συν τοις άλλοις δεν ευνοείται και από το ξηρό μεσογειακό κλίμα. Επρόκειτο για μία οικονομία που βασιζόταν πρωτίστως στο θαλάσσιο εμπόριο.

Επομένως ένας πόλεμος, ακόμα και αν είχε νικηφόρα έκβαση και ακόμα αν δεν στοίχιζε σε ανθρώπινο δυναμικό, αναπόφευκτα θα διέκοπτε τις γεωργικές εργασίες άρα και την παραγωγή για όσο διάστημα διαρκούσε (η πρώτη κίνηση που προβλέπει η τακτική της παραδρομής είναι η καταφυγή του άμαχου πληθυσμού σε οχυρά ή ορεινά καταφύγια) και αν ο εχθρός επιχειρούσε και θαλάσσιες επιδρομές, θα παρακωλύονταν και το πολύτιμο για την αυτοκρατορία θαλάσσιο εμπόριο.

Για το λόγο αυτό ο Λέοντας Στ’ Σοφός συστήνει στον Στρατηγό να μην παραβλέπει αλλά πάντα να εξετάζει σοβαρά τα αιτήματα των αντιπάλων του για ανακωχή. Είτε στην αρχή του πολέμου, είτε στο τέλος όταν ο εχθρός έχει ηττηθεί ο Στρατηγός δεν έχει την πολυτέλεια να παραβλέψει ούτε το παραμικρό περιθώριο για ειρήνευση. Εξάλλου, η στάση αυτή υποδηλώνει σεβασμό και στην ζωή του ίδιου του αντιπάλου. Ο Στρατηγός, στο μέτρο του εφικτού, προσπαθεί να αποφύγει την άσκοπη αιματοχυσία και σφαγή, τόσο των δικών του ανδρών όσο και του αντιπάλου.

Η τακτική αυτή επιβεβαιώνεται από τα ιστορικά γεγονότα. Η Αυτοκρατορία συνεχώς προσπαθούσε να αντιμετωπίσει τις εξωτερικές απειλές χωρίς πολεμική σύγκρουση. Άλλοτε με τον εκχριστιανισμό, άλλοτε με την διπλωματία και άλλοτε με την εφαρμογή του «διαίρει και βασίλευε». Σε κάθε περίπτωση προσπαθούσε να αποφύγει τον πόλεμο.

Η εύθραυστη, λοιπόν, οικονομία, η ευημερία του τόπου και η ανεκτίμητη αξία της ζωής των ανδρών του και του αμάχου πληθυσμού είναι το μέλημα που πρέπει να έχει πάντα στο πίσω μέρος του μυαλού του ο σωστός Στρατηγός. Διότι, για να υπερισχύσει κανείς σε κατά μέτωπο αντιπαράθεση, δηλαδή με τον εχθρό να βρίσκεται σε πλήρη ανάπτυξη της ισχύος του, προϋποτίθεται ότι πρέπει μονίμως να αντιπαρατάσσει μεγαλύτερη ισχύ, δηλαδή μεγαλύτερο πλήθος στρατού και μεγαλύτερες υλικές δαπάνες. Αυτό το έκαναν οι αρχαίοι Ρωμαίοι, με όλους τους εχθρούς που αντιμετώπισαν. Διότι απλά διέθεταν ανεξάντλητες πηγές έμψυχου δυναμικού και είχαν την πολυτέλεια που οι Έλληνες δεν είχαν ποτέ.

«Ο στρατηγός οφείλει να φροντίζει επισταμένως και να σχεδιάζει και να μελετά και αυτό: εάν είναι δυνατόν να εκτελεί αιφνιδιαστικές και απροσδόκητες επιθέσεις εναντίον των εχθρών. Εάν ο στρατηγός είναι ικανός για κάτι τέτοιο, τότε και με λιγοστούς άνδρες θα κατατροπώσει τους αντιπάλους. Εάν πάλι, όπως δηλώθηκε πρωτύτερα, επιτύχει έναν τόπο, μέσα σε στενά, κατάλληλο για πόλεμο από δύο πλευρές εναντίον των εχθρών (σ.σ. ενέδρα σε κλεισούρα), να ξεκινήσει τον πόλεμο χωρίς δισταγμό. […] Ωστόσο είναι κατά πολύ λυσιτελέστερο και βολικότερο, αντί να αντιμετωπίσει τους αντιπάλους όταν προτίθενται να επιτεθούν κατά της Ρωμανίας, να το κάνει μάλλον όταν επιστρέφουν από την δική μας χώρα προς την δική τους, επειδή εκείνοι τότε, έχοντας χρονοτριβήσει επί μακρόν στην χώρα των Ρωμαίων[3], εύκολα συντρίβονται και ταλαιπωρούνται» (Νικηφόρου Φωκά «Περί παραδρομής πολέμου», σελ. 22).

Osprey Publishing, "Byzantine Armies AD 1118 - 1461"

Στο σημείο αυτό χρειάζεται μια πολύ σημαντική διευκρίνιση. Η βυζαντινή στρατηγική και πιο συγκεκριμένα η «παραδρομή» του πόλεμου (που αναπτύσσεται τόσο στα συγγράμματα του Μαυρικίου και του Λέοντα, αλλά κατεξοχήν σε αυτό του Νικηφόρου Φωκά) είναι λάθος και επιπολαιότητα να συγχέεται με τον ανταρτοπόλεμο ή τον κλεφτοπόλεμο της νεότερης εποχής. Η «παραδρομή» του πολέμου δεν ήταν ανταρτοπόλεμος. Ο κλεφτοπόλεμος των Κλεφτών και των Αρματολών της τουρκοκρατίας και ο ανταρτοπόλεμος της νεότερης και σύγχρονης εποχής, είναι μέθοδοι που αφορούν και εκτελούνται από άτακτους στρατούς που δεν έχουν ποτέ σκοπό ή την δυνατότητα, ούτε είναι εκπαιδευμένοι, ώστε να δώσουν μάχη εκ παρατάξεως σε ανοικτό πεδίο – κάτι που όποτε αναγκαστούν να το κάνουν υφίστανται συντριπτική καταστροφή. 

Η βυζαντινή, όμως, «παραδρομή» ήταν απλώς μια τακτική που εντασσόταν σε μια ευρύτερη υψηλή στρατηγική, που περιείχε τον πόλεμο φθοράς, χρησιμοποιούσε τους μεθόδους της κατασκοπείας, της αόρατης παρακολούθησης και το στήσιμο ενέδρας του εχθρού, αλλά ήταν τακτική που εφαρμοζόταν από επαγγελματικό τακτικό στρατό, αυστηρά εκπαιδευμένο στις πλέον εξελιγμένες στρατιωτικές τακτικές και πολεμικές τεχνικές της προ-πυρίτιδας εποχής. Πάνω από όλα όμως, ο τελικός σκοπός της παραδρομής δεν ήταν η αποφυγή ή αποτροπή της μάχης εκ παρατάξεως (όπως συμβαίνει στον σύγχρονο ανταρτοπόλεμο-guerilla warfare), αλλά αυτή να δοθεί τότε και μόνο όταν ο εχθρός, λόγω του προηγηθέντος πολέμου φθοράς είχε καταστεί ευάλωτος και περιέλθει σε τέτοιο σημείο αδυναμίας, που καθιστούσε την νίκη του βυζαντινού στρατού βέβαιη έως και αναπόφευκτη. Άρα, ο βυζαντινός στρατός δεν απέφευγε τη μάχη λόγω δειλίας ή κατώτερης ισχύος (κάτι αντιθέτως που ίσχυε για κάποιους εχθρούς του, όπως τους Βούλγαρους και τους Σλάβους των Βαλκανίων, οι οποίοι επί αιώνες συνειδητά απέφευγαν τις μάχες εκ παρατάξεως απέναντι στα ανώτερα αυτοκρατορικά στρατεύματα, αλλά και για τους νομαδικούς στρατούς της στέππας και φυσικά των Τούρκων, που αποτελούνταν από ορδές θηλυκών αλόγων, ανίκανα για επιθετική μάχη εκ παρατάξεως). Τα βυζαντινά στρατεύματα, δεν ήταν ανίκανα να δώσουν μάχη εκ παρατάξεως, τουναντίον για αυτό ακριβώς εκπαιδεύονταν. Όμως η υπερχιλιετής ελληνορωμαϊκή πολεμική πείρα είχε αποδείξει με οικτρό τρόπο ότι, το κόστος της νίκης ήταν σχεδόν πάντα δυσανάλογο προς το κέρδος[4].

Επομένως, ο σκοπός της παραδρομής είναι ο στρατηγός να εργαστεί έτσι ώστε να δημιουργήσει τις κατάλληλες προϋποθέσεις και να οδηγήσει τον εχθρό εκεί ακριβώς που τον θέλει και τότε να δοθεί μία και μοναδική αλλά αποφασιστική μάχη που θα εξουδετερώσει τον αντίπαλο με την σπατάλη όσο το δυνατόν λιγότερων δυνάμεων και πόρων (υλικών και ανθρώπινων).

Η θεμελιώδης αυτή λεπτομέρεια δηλώνεται με τον πλέον ξεκάθαρο τρόπο στο «Στρατηγικόν» του Κεκαυμένου. Στο ακόλουθο απόσπασμα ο συγγραφέας διευκρινίζει το πώς λειτουργεί η παραδρομή όταν ο Στρατηγός εκστρατεύει σε εχθρική περιοχή και εν τέλει συνοψίζει (σαν απαύγασμα των όσων και ο ίδιος είχε προφανέστατα διαβάσει και αποκομίσει από τα Στρατηγικά-Τακτικά του Μαυρικίου και του Λέοντα Στ’ Σοφού) την έννοια του μέτρου στην βυζαντινή στρατηγική και πολεμική τέχνη:

«Να φροντίζεις να προφυλάσσεις τον στρατό σου, αλλά όχι μ’ αυτήν την αφορμή να περιπέσεις σε δειλία. Να είσαι τολμηρός και ασάλευτος, αλλά όχι υπερβολικά τολμηρός μήπως αστοχήσεις, ούτε υπερβολικά άτολμος. Γιατί αν είσαι άτολμος, θα δικαιολογείσαι λέγοντας: «Εγώ φροντίζω να προφυλάσσω τον στρατό μου». (Σ.σ. δηλαδή προφανώς θα συνέβαινε ο Στρατηγός να κρύβει την δική του ανεπάρκεια και δειλία πίσω από το εξωτερικό πρόσχημα ότι εφαρμόζει την παραδρομή. Κάτι που αποδεικνύει ότι ακόμα και τότε ήταν δύσκολη και απαιτητική υπόθεση, η σωστή εφαρμογή αυτής της τόσο εξειδικευμένης και ιδιοφυούς πολεμικής τακτικής). Όμως εγώ θα σου πω: «Αν ήθελες να προφυλάξεις τον στρατό σου, γιατί εξεστράτευσες στην εχθρική χώρα; (Σ.σ. το ίδιο φυσικά ισχύει και όταν αμύνεσαι σε φίλιο έδαφος: δεν γίνεται να αμυνθείς χωρίς να εμπλακείς καθόλου). Ο σκοπός, είτε οι εχθροί επιτίθενται εναντίον σου είτε εσύ εναντίον τους, είναι να αγωνιστείς να στήσεις τρόπαιο νίκης». Όμως το τρόπαιο δεν στήνεται με άλλο τρόπο, παρά είτε με τέχνασμα είτε με απευθείας πολεμική σύγκρουση». Ο σκοπός, επομένως, της παραδρομής είναι η μία τελική και αποφασιστική μάχη, είτε εκ παρατάξεως σε ανοιχτό πεδίο, είτε από ενέδρα σε κλεισούρα: ότι και όπως βολεύει ανάλογα την περίσταση.

Osprey Publishing, "Byzantine Cavalryman c. 900 - 1204"

Ο Μαυρίκιος και ο Λέοντας Στ’ Σοφός, επίσης, με ιδιαίτερη σπουδή και περισσότερες λεπτομέρειες, εξηγούν πώς ο στρατηγός θα πρέπει εκ των προτέρων να έχει βρει την κατάλληλη (για το μέγεθος και το είδος του στρατού που διαθέτει) τοποθεσία που θα του δίνει το πλεονέκτημα στην επικείμενη μάχη. Πώς επίσης θα πρέπει να φροντίζει για την καλύτερη δυνατή επιμελητεία και τον ανεφοδιασμό του δικού του στρατεύματος, σαμποτάροντας όμως ταυτόχρονα τις δυνατότητες ανεφοδιασμού των αντιπάλων του. όλα αυτά και πολλές άλλες λεπτομέρειες, που εμπίπτουν στην τακτική της παραδρομής είναι απλώς προπαρασκευαστικές ενέργειες για την αποφασιστική μάχη. Είναι μέσα για την επίτευξη ενός τελικού στόχου. (Εν αντιθέσει ο ανταρτοπόλεμος έχει τη δολιοφθορά και την ενέδρα ως αυτοσκοπό και όχι ως μέσο).

Συνοψίζοντας, να σημειωθεί επίσης ότι οι συγγραφείς των Στρατηγικών-Τακτικών θεωρούν γενικά, την μάχη εκ παρατάξεως, ένα άμυαλο ρίσκο, ένα «τυχερό παιχνίδι», όπου «λειτουργεί περισσότερο η τύχη» και όχι η ανδρεία ή η φυσική δύναμη. Ο σκοπός όλης της τακτικής λοιπόν, είναι, όπως ήδη προαναφέρθηκε, να εργαστεί ο Στρατηγός έτσι ώστε να δημιουργήσει τις κατάλληλες προϋποθέσεις και να φέρει εκείνος τις συνθήκες της επικείμενης μάχης προς όφελός τους. Οι Έλληνες-Ρωμιοί της μεσαιωνικής περιόδου είχαν γενικά αναπτύξει μια άκρως επαγγελματική – σχεδόν επιστημονική – προσέγγιση στον πόλεμο, είχαν «πάθει και είχαν μάθει» να μην αφήνουν ούτε την παραμικρή λεπτομέρεια στην τύχη της, και κυρίως μισούσαν τις αποκοτιές και τις «εκτός πλάνου» παράτολμες ενέργειες.

Αυτό είχε ως συνέπεια να δίνουν όλο το βάρος της προσοχής τους στην επαγγελματική τακτική εκπαίδευση του στρατού ως σύνολο, παραβλέποντας σχεδόν πλήρως την σημασία της ατομικής ικανότητας. Όπως έχουμε αναλύσει σε παλαιότερο άρθρο, αυτός είναι ένας από τους λόγους-αιτίες που, ενώ υπήρχε πληθώρα Στρατηγικών-Τακτικών, οι Έλληνες της μεσαιωνικής περιόδου δεν έγραψαν ποτέ εγχειρίδια ατομικής μονομαχίας.

-Δίκαιος Πόλεμος και δίκαιος τρόπος του μάχεσθαι:

«Θεωρώ καλό να είναι δικαιολογημένη η έναρξις του πολέμου. Διότι ο αμυνόμενος έναντι αυτών που αδίκησαν, είναι δίκαιος και έχει την Θεία Δικαιοσύνη βοηθό και σύμμαχο, όταν εκστρατεύει εναντίον των αδίκων. Αυτός δε που πρώτος άρχισε να διαπράττει άδικες εχθροπραξίες στερείται την νίκη από την Θεία Δίκη» («Τακτικά» Λέοντα Στ’ Σοφού, σελ. 241, β’ τόμος).

Είναι αυτονόητη η σημασία του δικαίου στον πόλεμο για κάθε άνθρωπο, πόσο δε μάλλον για μια Αυτοκρατορία που έβλεπε τον εαυτό της ως κηδεμόνα όλης της οικουμένης και ως την επίγεια εκπλήρωση του Ουράνιου Βασιλείου. Ήταν απλά αδιανόητο για την Χριστιανική Αυτοκρατορία, που προέτασσε όλα τα ιδεώδη του χριστιανικού Ευαγγελίου, να πολεμά για μια άδικη αιτία ή να συμπεριφέρεται άδικα προς τους γείτονες και τους αντιπάλους της. Όσον αφορά την πολεμική τακτική, τα Στρατηγικά-Τακτικά δηλώνουν, εμμέσως πλην σαφώς, ότι στον πόλεμο όλα τα μέσα επιτρέπονται. Ακριβώς, λοιπόν, για αυτό (επειδή δηλαδή ο Στρατηγός και οι στρατιώτες του αναγκαστικά θα διαπράξουν αμαρτίες που αντιβαίνουν στον λόγο του Ευαγγελίου) απαιτείται η αιτία του πολέμου να είναι δίκαιη.

Μεγάλη σημασία επίσης δίνεται και στον τρόπο με τον οποίο κερδίζει ο Στρατηγός τη νίκη και πώς συμπεριφέρεται στους αντιπάλους του. Κατ’ αρχάς μπορεί να συστήνεται η εφαρμογή του δόλου και της εξαπάτησης του αντιπάλου, όμως ο Στρατηγός δεν πρέπει να προσβάλλει ή να υποβιβάζει το ήθος του αντιπάλου του και των πρέσβεων-εκπροσώπων του. Στο ίδιο πλαίσιο οι συγγραφείς των Στρατηγικών-Τακτικών δηλώνουν κατηγορηματικά ότι, ο Στρατηγός οφείλει να τηρεί απαράβατα τους όρκους με τους ξένους λαούς, να μην παραβιάζει ποτέ μονομερώς την εκεχειρία, να σέβεται τους εχθρούς του, να δέχεται την υποταγή τους και να μην επιτρέπει την κακομεταχείριση των αιχμαλώτων. Ο Στρατηγός, επομένως, δεν αρκεί να πολεμά έχοντας το δίκαιο με το μέρος του, πρέπει και να πολεμά δίκαια.

Συνοψίζοντας τα παραπάνω, η ελληνορωμαϊκή πολεμική τέχνη ήταν μια υπόθεση την οποία οι μεσαιωνικοί Έλληνες-Ρωμιοί αντιμετώπιζαν με όλη την ιδιαίτερη σοβαρότητα και προσοχή που αρμόζει σε μια πολεμική τέχνη. Υπήρχαν εμπεδωμένοι και ιδιαίτεροι κανόνες, αρχές, ήθος και πνεύμα που μεταδίδονταν ως παράδοση από γενιά σε γενιά και που αν ανατρέξει κανείς στις καταβολές τους, θα δει ότι εκτός από την στρατιωτική παράδοση της αρχαίας Ρώμης και τις ανθρωπιστικές επιρροές του Χριστιανισμού, συνδέεται επίσης με το πολεμικό ήθος της αρχαίας Ελλάδας.

Η βασικότερη γενική αρχή που πηγάζει από το σύνολο των βυζαντινών Στρατηγικών-Τακτικών (και που επιβεβαιώνει την αρχαία ελληνορωμαϊκή παράδοση), είναι ότι η νίκη στον πόλεμο δεν εξασφαλίζεται από την ωμή βία, την αριθμητική ισχύ, ούτε από την ατομική φυσική δύναμη και τόλμη. Αντιθέτως ο πόλεμος για τον ελληνορωμαϊκό-βυζαντινό κόσμο είναι υπόθεση ομαδική. Η βυζαντινή υψηλή στρατηγική είναι απλή στην σκέψη της, ενώ αναδεικνύεται ακραία πρακτική και κυνική. Έτσι δεν παραλείπουν, οι αυτοκράτορες και στρατηγοί συγγραφείς, να δηλώσουν απερίφραστα ότι ο σωστός και ισχυρός οπλισμός είναι αναγκαία προϋπόθεση για κάθε στρατιώτη, ανεξαρτήτως ατομικής ικανότητας και ασχέτως αν είναι γενναίος ή δειλός. Από εκεί πέρα όμως, όλη τη διαφορά την κάνει η συνεχής εκπαίδευση, η επίπονη άσκηση και η σωστή εφαρμογή της τακτικής από τον Στρατηγό. Διότι αν αυτά δεν γίνουν σωστά και οι πιο δυνατοί και γενναίοι στρατιώτες θα είναι καταδικασμένοι στην καταστροφή. Γιατί, εν τέλει, από την άσκηση και την πιστή εφαρμογής της σωστής τακτικής πηγάζουν όλες οι άλλες πολεμικές αρετές: η ανδρεία, η τόλμη, το θάρρος και η γενναιότητα.

Ο ιδανικός Στρατηγός που σκιαγραφούν τα κείμενα αυτά είναι στην ουσία ένας αντικατοπτρισμός του πολυμήχανου Οδυσσέα, ο οποίος αν και μέτριας φυσικής ικανότητας και δύναμης, νικά όλους τους διαφορετικούς και ισχυρότερους εχθρούς, με μοναδικό όπλο την πονηριά και την εξυπνάδα του. Δεν είναι άλλωστε τυχαίο ότι πολεμιστές ισχυρότατοι και γενναιότατοι, όπως ο Αχιλλέας και ο Αίαντας, σκοτώθηκαν μπροστά στα τείχη της Τροίας, ενώ ακόμα και ο πανίσχυρος Αγαμέμνονας δεν γλύτωσε από την δολοπλοκία της συζύγου και των αυλικών του όταν επέστρεψε νικητής στις Μυκήνες. Ο Οδυσσέας όμως ήταν αυτός που τελικά κατάφερε τόσο να αλώσει – ουσιαστικά μόνος του με μια χούφτα άνδρες – την απόρθητη Τροία και να επιστρέψει, έστω και μετά από τόσα χρόνια περιπλάνησης, σώος και αβλαβής στην πατρίδα του, όπου και πάλι με όπλο τα τεχνάσματά του νίκησε τους πολιτικούς του αντιπάλους και πήρε πίσω τον θρόνο του.

Σύλογγος "Κορύβαντες"

Β) ΒΥΖΑΝΤΙΝΗ ΤΑΚΤΙΚΗ ΚΑΙ ΠΑΜΜΑΧΟΝ

Τα βασικά χαρακτηριστικά της βυζαντινής πολεμικής τακτικής, όπως αναλύθηκαν ανωτέρω, δεν είναι δύσκολο να καταδειχθεί πως εμπίπτουν στην θεωρία του παμμάχου, του οποίου στην ουσία αποτελούσαν εφαρμογή. Η βυζαντινή υψηλή στρατηγική προέβλεπε, στην ουσία, μια κλιμακωτή χρήση μεθόδων και βίας ανάλογα με την περίσταση.

Μάχη απεμπλοκής – Ορισμός της έννοιας στο πάμμαχον:
«Η Μάχη Απεμπλοκής περιλαμβάνει άοπλους μεθόδους που αποσκοπούν στη διευκόλυνση διαφυγής από μια εμπλοκή, ή την εξουδετέρωση, αντί για τον τραυματισμό, ενός αντιπάλου».

Εφαρμογή στα Στρατηγικά-Τακτικά:
Όπως και στο πάμμαχο έτσι και στην βυζαντινή τακτική, ο κυρίαρχος σκοπός είναι η ειρήνη, δηλαδή η με κάθε μέσο και τέχνασμα αποφυγή της σύγκρουσης και της αιματοχυσίας στο πεδίο της μάχης. Οι συγγραφείς των Στρατηγικών-Τακτικών τονίζουν σαφώς ότι αν μπορεί να αποφευχθεί ο πόλεμος με άλλα μέσα και δη με την διπλωματία, την δωροδοκία, την σπορά ψευδών ειδήσεων και πρόκληση εμφύλιας διαμάχης μεταξύ των αντιπάλων, την ενθάρρυνση τρίτων να επιτεθούν και να εξουδετερώσουν τον αντίπαλο, τότε όχι μόνο συστήνεται αλλά επιβάλλεται να το κάνει αυτό ο σωστός Στρατηγός.

Σύλλογος "Λέοντες"
Μάχη υποταγής – Ορισμός της έννοιας στο πάμμαχον:
«Η Μάχη Υποταγής περιλαμβάνει άοπλους μεθόδους πάλης για την εξουδετέρωση και τον έλεγχο ενός αντιπάλου χωρίς να καταφεύγουμε στον τραυματισμό ή να προκαλούμε ανεπανόρθωτες βλάβες».

Εφαρμογή στα Στρατηγικά-Τακτικά:
Στο επόμενο επίπεδο, όταν δηλαδή η διπλωματία και τα άλλα μέσα έχουν αποτύχει και η εισβολή του εχθρού σε φίλιο έδαφος δεν έχει αποτραπεί, τότε μπαίνει σε πλήρη εφαρμογή η τακτική της παραδρομής. Όπως προαναφέραμε, η παραδρομή αποσκοπεί στο ένα αποφασιστικό χτύπημα, όμως πριν το αποφασιστικό κτύπημα, η εφαρμογή της επιφέρει στην ουσία την σταδιακή εξουθένωση και φθορά του αντιπάλου που αναπόδραστα θα οδηγήσει στην υποταγή του. Ο Στρατηγός δεν πρέπει να επιδιώξει κατά μέτωπον αντιπαράθεση με τον εχθρό, ενόσω αυτός βρίσκεται σε θέση και κατάσταση που του επιτρέπει να αμυνθεί με πλήρη δύναμη και ισχύ. Αντιθέτως θα πρέπει ο Στρατηγός να αναγκάσει τον εχθρό να χάσει την ετοιμότητά του και να επιδιώξει να τον βρει σε σημείο ευάλωτο και σε στιγμή αδυναμίας (μετά από μια εξαντλητική πορεία στην φίλια ενδοχώρα ή κατά την νύκτα). Έτσι και με όρους μονομαχίας, στην ουσία ο Στρατηγός επιδιώκει να βρει (και αν δεν βρίσκει να δημιουργήσει ή να προκαλέσει) τα «ανοίγματα» του αντιπάλου του και εκεί και μόνο εκεί να επιχειρεί το κτύπημα. Ποτέ και για κανέναν λόγο δεν θα κτυπήσει σε σημείο που ο αντίπαλος περιμένει και είναι έτοιμος να αμυνθεί.

Ένα επιπλέον στοιχείο της βυζαντινής τακτικής της παραδρομής που πρέπει επίσης να τονισθεί, είναι ότι ο Στρατηγός φροντίζει πάντοτε να διατηρεί αυτός την πρωτοβουλία κινήσεων. Ο Στρατηγός επιλέγει το πού και το πότε και το πώς θα εμπλακεί τελικά στην αποφασιστική μάχη ενέδρας ή εκ παρατάξεως. Βρίσκεται επομένως έτσι ένα βήμα μπροστά από τον αντίπαλό, από την αρχή έως το τέλος. Την στιγμή που για τον οποιοδήποτε λόγο ο Στρατηγός θα χάσει την πρωτοβουλία κινήσεων, θα απωλέσει και τον έλεγχο της κατάστασης και άρα θα δυσκολευτεί πάρα πολύ να επιτύχει την, με δικούς του όρους, πραγματοποίηση της τελικής μάχης.

Η τακτική αυτή είναι ένα σκληρό και επίμονο παιχνίδι θέλησης, υπομονής, επιμονής, αυτοσυγκράτησης, μετριοφροσύνης και αντοχής. Αν ο Στρατηγός εκτελέσει την τακτική σωστά, στο τέλος δύο μόνο εναλλακτικές απομένουν: είτε ο αντίπαλος λόγω εξάντλησης, θα κάνει το λάθος και θα χάσει την φύλαξή του (άρα ο Στρατηγός θα βρει ευκαιρία να κτυπήσει στο «άνοιγμα» του αντιπάλου του, άρα επέρχεται η υποταγή), είτε, ακόμα και αν ο αντίπαλος δεν χάσει την φύλαξή του, ο Στρατηγός θα επιφέρει το αποφασιστικό κτύπημα που όμως αναπόφευκτα θα «περάσει», γιατί θα έχει γίνει με τους δικούς του όρους και ο αντίπαλος δεν θα είναι σε θέση να αντιδράσει επαρκώς και εγκαίρως. Και η δεύτερη αυτή εναλλακτική είναι που οδηγεί στο αμέσως επόμενο επίπεδο κλιμάκωσης.

Σύλλογος "Λέοντες"
Μάχη επιβίωσης – Ορισμός της έννοιας στο πάμμαχον:
«Η Μάχη Επιβίωσης περιλαμβάνει άοπλους και ένοπλους μεθόδους εμπλοκής για να την μάχη σώμα με σώμα, ή/και τη μάχη κοντινής εμβέλειας».

Εφαρμογή στα Στρατηγικά-Τακτικά: Όταν ο εχθρός δεν έχει πλήρως εξουδετερωθεί από τις παραπάνω τακτικές και εξακολουθεί να αποτελεί απειλή και αφού ο Στρατηγός έχει εκ των προτέρων εργαστεί μέσω της παραδρομής, έτσι ώστε όλες οι συνθήκες και προϋποθέσεις να δίνουν πλεονέκτημα σε εκείνον και μειονέκτημα στον αντίπαλο, τότε θα δώσει το αποφασιστικό κτύπημα, με μάχη εκ παρατάξεως σε τόπο και χρόνο που αυτός θα επιλέξει. Ο εχθρός, εξαντλημένος από τον πόλεμο φθοράς της παραδρομής, είναι σχεδόν μαθηματικά βέβαιο ότι θα εξουδετερωθεί.

Σύλλογος "Κορύβαντες"

Γ) Η ΘΕΣΗ ΦΥΛΑΞΗΣ «ΠΡΟΚΩΠΟΝ» ΚΑΙ ΠΩΣ ΕΝΣΑΡΚΩΝΕΙ ΟΛΟ ΤΟΝ ΠΝΕΥΜΑ ΤΗΣ ΒΥΖΑΝΤΙΝΗΣ ΠΟΛΕΜΙΚΗΣ ΤΕΧΝΗΣ ΚΑΙ ΤΑΚΤΙΚΗΣ

-Ποια είναι η θέση φύλαξης «πρόκωπον»:

Καθότι ως γνωστόν δεν υπάρχει σωζόμενο κάποιο εγχειρίδιο της βυζαντινής οπλομαχίας (ή έστω δεν έχει βρεθεί έως τώρα), η θέση φύλαξης «πρόκωπον», συναντάται σε διάσπαρτα αποσπασματικά κείμενα και βυζαντινές αγιογραφίες και συνίσταται ως εξής.

«Ο δε οργισθείς κατά του βασιλέως πρόκωπον έχων το ξίφος» (Λεξικό του Σούδα, 10ος αιώνας μΧ).

«Ο δε ξίφος πρόκωπον έν χέρσιν έχων […] έναντα δ’ ήλθεν Πύλαδας αλίαστος» (Ευριπίδου «Ορέστης», 5ος αιώνας πΧ).

«Προκωπόν τε και γυμνήν οίον τινά ρομφαία», σε κείμενο του Αγίου Γρηγορίου Νύσσης (4ος αιώνας μΧ) που περιγράφει πώς πρέπει ο Χριστιανός να αντιμετωπίζει την βλασφημία.

«Ων τη σπάθη προκωπόν ιδών Ευφράτης», σε κείμενο του Βυζαντινού ποιητή Μανουήλ Φίλη (περ. 1275 – 1345).

«Πρόκωπος: έτοιμος, πρόχειρος» στο Εκκλησιαστικό Λεξικό του Πατριάρχη Φωτίου (9ος αιώνας μΧ).



Και εξηγεί ο προπονητής βυζαντινής οπλομαχίας Γεώργιος Γεωργάς: «Κώπη (κουπί) στην ομηρική γλώσσα είναι η λαβή του σπαθιού (να μην συγχέεται με την κοπή).  Συνεπώς, το ανωτέρω πρόσωπο (ο ξιφομάχος) έγειρε προς στα μπρος το σπαθί που κρέμονταν από τη ζώνη του ώστε η λαβή να στραφεί προς τα εμπρός, δηλαδή να είναι το ξίφος “πρόκωπον”, έτσι ώστε να είναι έτοιμος να το βγάλει από τη θήκη. Με άλλα λόγια, πρόκειται για απειλητική θέση φύλαξης ενώ το σπαθί είναι ακόμα στη θήκη, όπου από αυτή μπορεί να εκτελέσει ο ξιφομάχος επίθεση» (byzantineoplomachia.wordpress.com ).



-Τι σημαίνει αυτό για την βυζαντινή πολεμική τέχνη και το πάμμαχον:

Η θέση φύλαξης «πρόκωπον» αντιπροσωπεύει με τον καλύτερο δυνατό τρόπο την τακτική της παραδρομής, όπως αυτή αναδεικνύεται συνοπτικά στα βυζαντινά Στρατηγικά-Τακτικά, αλλά και τα τρία επίπεδα κλιμάκωσης του παμμάχου.

Κατ’ αρχάς πρόκειται για μία σαφώς ανορθόδοξη θέση φύλαξης, αφού αφήνει φαινομενικά «ανοικτό» όλο το σώμα του ξιφομάχου. Επιπλέον είναι μία θέση που συγχύζει τον αντίπαλο ως προς τις προθέσεις του ξιφομάχου, καθώς δεν είναι ξεκάθαρο αν έχει πρόθεση να προκαλέσει τον αντίπαλο να επιτεθεί ή ετοιμάζεται ο ίδιος για ορμητική επίθεση. Όμως ακόμα και στην δεύτερη περίπτωση, αν δηλαδή πράγματι ο ξιφομάχος ετοιμάζεται για ορμητική επίθεση ο αντίπαλος δεν μπορεί να προβλέψει με ασφάλεια το σημείο στο οποίο θα πρέπει να περιμένει την επίθεση, αφού η θέση του «πρόκωπου» προσφέρει πολλές διαφορετικές επιλογές.

Επομένως εφαρμόζεται έτσι – και εφόσον ο ξιφομάχος έχει μάθει να χρησιμοποιεί την τακτική αυτή αποτελεσματικά – η αρχή της εξαπάτησης και της πρόκλησης σύγχυσης στον αντίπαλο. Εξάλλου, είναι μια θέση φύλαξης που μπορεί κάλλιστα να εφαρμόσει τις τεχνικές της μάχης αποφυγής και μάχης υποταγής του παμμάχου.




Σε κάθε περίπτωση ο ξιφομάχος που χρησιμοποιεί την θέση του «πρόκωπου» αναγκάζει τον αντίπαλό του να φανερώσει τις δικές του προθέσεις, διατηρώντας όμως πάντοτε την πρωτοβουλία κινήσεων. Στην πραγματικότητα προκαλεί τον αντίπαλο να κάνει το λάθος, να δώσει το «άνοιγμα» που θέλει ο ξιφομάχος.

Ένα άλλο σημαντικό στοιχείο της θέσης φύλαξης του «πρόκωπου» είναι ότι έχει την αιχμή του ξίφους στραμμένη προς την αντίθετη κατεύθυνση από τον αντίπαλο. Είναι επομένως μια θέση εκ φύσεως ειρηνιστική. Ο ξιφομάχος μπορεί έτσι να επιλέξει να εξουδετερώσει τον αντίπαλο με την λαβή, χωρίς να του προκαλέσει σοβαρό τραυματισμό.

Το «πρόκωπο» είναι μία θέση αποτροπής και απειλής ταυτόχρονα. Ο ξιφομάχος ουσιαστικά λέει στον αντίπαλο ότι: «αν θελήσεις να επιτεθείς γνωρίζεις πολύ καλά τι θα επακολουθήσει, αν πάλι δεν γνωρίζεις δοκίμασε και θα δεις». Είναι η στάση ακριβώς με την οποία επί αιώνες αντιμετώπισε η Ρωμανία τους πανταχόθεν εχθρούς της. Η Αυτοκρατορία φρόντιζε πάντα να διαθέτει την απαραίτητη ισχύ για να εξουδετερώσει τους αντιπάλους της, αλλά ποτέ δεν επιχείρησε επίδειξη ισχύος, όπως αρέσκονταν οι αρχαίοι Ρωμαίοι, ενώ πάντα (εκτός σπανίων εξαιρέσεων) φρόντιζε, προτού αναγκαστεί να καταφύγει στην χρήση στρατιωτικής ισχύος να επιδιώκει πρωτίστως την ειρήνη και την συνδιαλλαγή με κάθε εχθρό ανεξαιρέτως. Αυτό πολλές φορές, λανθασμένα, ερμηνεύτηκε από τους εχθρούς της αυτοκρατορίας ως αδυναμία, με αποτέλεσμα αυτοί πάντοτε να συντρίβονται παταγωδώς. Η θέση «πρόκωπον» και οι τακτικές που ξεκινούν από αυτήν εμπνέονται από το ίδιο ακριβώς πνεύμα.

Πηγές:

-«Μαυρικίου Τακτικά Στρατηγικά – Το Στρατηγικόν του Μαυρικίου»,( Εκδ. Κ. & Μ. Αντ. Σταμούλη, Θεσσαλονίκη, 2016)

-«Τακτικά Αυτοκράτορος Λέοντος Στ’ του Σοφού», α’ και β’ τόμος, (Εκδ. Ελεύθερη Σκέψις, Αθήνα, 2001)

-«Περί Παραδρομής Πολέμου – Αυτοκράτωρ Νικηφόρος Φωκάς», (Εκδ. Πανεπιστημίου Μακεδονίας, Θεσσαλονίκη, 2016)

-«Στρατηγικόν» Κεκαυμένου, (Εκδ. Κανάκη, Αθήνα, 1996)

-Χ. Παπασωτηρίου, «Βυζαντινή Υψηλή Στρατηγική: 6ος - 11ος αιώνας»,  (Εκδ. Ποιότητα, Αθήνα, 2011)

-Edward Luttwak, “The Grand Strategy of the Byzantine Empire”, (Harvard University Press, 2009)

-«Τι είναι το πάμμαχον», Κώστας Δερβένης, (www.pammachon.gr, www.byzantineoplomachia.wordpress.com)

Βυζαντινή πολεμική τέχνη, σε Γερμανικό εγχειρίδιο μάχης του μεσαίωνα», Γεώργιος Γεωργάς, 23 Ιουλίου 2013, (www.medievalswordmanship.wordpress.com)

-«Οι Βυζαντινοί ξιφομάχοι στο Μηνολόγιον του Βασιλείου Β΄ δηλώνουν τις θέσεις φύλαξης της Βυζαντινής οπλομαχίας», Γεώργιος Γεωργάς, 13 Δεκεμβρίου 2014, (www.medievalswordmanship.wordpress.com)

-«It is time to talk about why the Byzantines never wrote fencing manuals», Ιωάννης Δανδουλάκης, 14 Φεβρουαρίου 2017, (www.christoikoumeni.blogspot.gr)

- «Πρόκωπον έχων το ξίφος. Η θέση φύλαξης των Βυζαντινών ξιφομάχων, που παράγει κόψιμο ενώ το σπαθί είναι στη θήκη», Γεώργιος Γεωργάς, 25 Νοεμβρίου 2016, (www.medievalswordmanship.wordpress.com)



[1] Χ. Παπασωτηρίου, «Βυζαντινή Υψηλή Στρατηγική: 6ος - 11ος αιώνας»,  (Εκδ. Ποιότητα, Αθήνα, 2011).
Edward Luttwak, “The Grand Strategy of the Byzantine Empire”, (Harvard University Press, 2009).

[2] Αυτό επίσης επιβεβαιώνεται περαιτέρω από την μνημειώδη μελέτη για την βυζαντινή υψηλή στρατηγική και διπλωματία του αμερικανού ακαδημαϊκού Edward Luttwack, “The Grand Stategy of the Byzantine Empire”. Ο Luttwack, ο οποίος αφιέρωσε για την μελέτη του αυτή περίπου είκοσι χρόνια έρευνας, με εξαιρετική ευστοχία περιγράφει ακριβώς αυτήν την σταδιακή κλιμάκωση βίας της βυζαντινής άμυνας, η οποία ήταν σχεδιασμένη σε βάση «ομόκεντρων κύκλων», όπου στο κέντρο του κύκλου τοποθετείται, η τελική αποφασιστική μάχη για επιβίωση που έχει σκοπό την ολοκληρωτική εξουδετέρωση και συντριβή του εχθρού.

[3] Σε άλλο σημείο ο συγγραφέας του Νικηφόρου Φωκά εξηγεί πώς ο στρατηγός θα έχει από πριν εφαρμόσει τον πόλεμο φθοράς του εχθρού στην ενδοχώρα, αποτρέποντας τον ανεφοδιασμό τροφής και νερού των εχθρών και φροντίζοντας να μεταφέρει τον άμαχο πληθυσμό σε ασφαλή οχυρά (ή στις σπηλιές της Καππαδοκίας). Έτσι τα εχθρικά στρατεύματα, αφού περιπλανώνται άσκοπα στις αυτοκρατορικές επαρχίες και με έλλειψη τροφής και νερού, είναι στο πλέον δυνατό ευάλωτο σημείο τους όταν αποφασίζουν να επιστρέψουν από εκεί που ήρθαν. Τότε ο αυτοκρατορικός στρατός που έχει πιάσει από πριν τις κλεισούρες στις διόδους επιστροφής, κτυπά ανελέητα και αποφασιστικά.

[4] Π.χ. οι πολύνεκρες εκστρατείες του αυτοκράτορα Ηρακλείου κατά των Περσών, όπου χρειάστηκαν ολόκληρες δεκαετίες ώστε να αναπληρωθεί το πληθυσμιακό κενό στις ανατολικές επαρχίες και να επανδρωθούν ξανά στο προβλεπόμενο μέγεθός τους τα αυτοκρατορικά τάγματα.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου