Η ΚΑΤΑΚΤΗΣΗ ΤΟΥ ΠΕΡΟΥ ΑΠΟ ΤΟΥΣ ΙΣΠΑΝΟΥΣ (1527-1533) - Πέτρος ο Κρητικός: ένας Έλληνας που έλαβε μέρος στην κατάλυση της αυτοκρατορίας των Ίνκας
Ιωάννης Δανδουλάκης ©
Το παρόν είναι προϊόν πρωτότυπης επιστημονικής έρευνας του συγγραφέα σε πρωτογενή αρχεία στην βιβλιοθήκη Maughan Library του King's College London. Το παρόν δημοσιεύθηκε πρώτη φορά στο περιοδικό «Στρατιωτική Ιστορία», περ. β΄, τευχ. 178, σελ. 56-63, Νοέμβριος 2011. Απαγορεύεται κάθε αναδημοσίευση χωρίς τη ρητή άδεια του συγγραφέα, ο οποίος επιφυλάσσεται για κάθε νόμιμο δικαίωμα.
Μετά από την κατάκτηση του Μεξικού από τον Ισπανό Χερνάν Κορτές, το 1521, ένα πλήθος Ευρωπαίων πάμπτωχων και απελπισμένων, που ελκύονταν από ιστορίες για μυθικούς θησαυρούς, κατέφθασε στην Αμερική. Με αφετηρία τον Παναμά, ο Φρανσίσκο Πιζάρρο και ο Ντιέγκο ντε Αλμάγκρο, νέο-αφιχθέντες Ισπανοί τυχοδιώκτες, κινήθηκαν σε αναζήτηση περισσότερου χρυσού, προς τα εδάφη της νότιας Αμερικής. Τις εκστρατείες αυτών των δυο κατακτητών του Περού, ακολούθησε ως αρχιπυροβολητής και ένας Έλληνας μισθοφόρος από την Κρήτη.
Η ιστορία της κατάκτησης της Αμερικής από Ευρωπαίους τυχοδιώκτες αποτελεί χαρακτηριστικό παράδειγμα της απόλυτης υπεροχής της πυρίτιδας έναντι κάθε άλλου είδους αρχαίου οπλισμού. Στις πολυετείς εκστρατείες των Ισπανών κονκισταδόρων στην κεντρική και νότια Αμερική κατά τον 16ο αιώνα, τα όπλα που διαδραμάτισαν τον καθοριστικό ρόλο ήταν τα πυροβόλα: τα αρκεβούζια και τα πυροβόλα της εποχής εκείνης. Οι εκστρατείες αυτές, αν και πραγματοποιήθηκαν με την στήριξη του ισπανικού στέμματος, είχαν μικρή έως μηδαμινή υποστήριξη από τον τακτικό ισπανικό στρατό. Στις εν λόγω εκστρατείες, ωστόσο, έλαβαν μέρος αρκετοί Ευρωπαίοι μισθοφόροι, ανάμεσά τους και κάποιοι Έλληνες. Ένας από αυτούς, καταγόμενος από την Κρήτη, υπήρξε σημαντικό στέλεχος της ισπανικής εκστρατείας στο Περού, όντας ο αρχιπυροβολητής του ολιγάριθμου στρατού με τον οποίο ο Ισπανός Φρανσίσκο Πιζάρρο κατέλυσε την αυτοκρατορία των Ίνκας κατά την περίοδο 1527-1533.
Στην σύγχρονη ελληνική ιστοριογραφία είναι γνωστή η δράση των stradioti, των αξιόμαχων ελληνικών μισθοφορικών ταγμάτων, από την Πελοπόννησο και την κεντρική Ελλάδα, τα οποία έδρασαν στην υπηρεσία της Βενετικής Δημοκρατίας. Εκείνο, όμως, που είναι λιγότερο γνωστό, είναι ότι Έλληνες από κάθε μέρος της ηπειρωτικής και νησιωτικής Ελλάδας, μετανάστευαν, αναζητώντας μια καλύτερη τύχη στη Δύση, με αποτέλεσμα αρκετοί από αυτούς να υπηρετήσουν ως μισθοφόροι και σε άλλους ευρωπαϊκούς στρατούς. Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί και η περίπτωση του Έλληνα που έλαβε μέρος στην πρώτη ισπανική εκστρατεία και κατάκτηση της νότιας Αμερικής τον 16ο αιώνα. Αυτός, κατά το ισπανικό χρονικό της κατάκτησης του Περού, γραμμένο στα λατινικά από τον Πέδρο ντε Σιέζα ντε Λεόν (περ. 1520-1554), ήταν «Petrus quidam, Creta insula ortus», δηλαδή «κάποιος Πέτρος, καταγόμενος από την νήσο Κρήτη», ο οποίος στην ισπανική ιστοριογραφία είναι γνωστός και με το προσωνύμιο «el Griego», δηλαδή «ο Γραικός». Κυρίως, είναι γνωστός ως «Pedro de Candia», δηλαδή «Πέτρος Κρητικός». Είναι πιθανόν - ωστόσο δύσκολο να εξακριβωθεί - ο όρος «de Candia» εδώ να σημαίνει και «Ηρακλειώτης», καθώς είναι γνωστό ότι το όνομα «Candia» χρησιμοποιήθηκε κατά την ενετοκρατία τόσο για την Κρήτη, ως νησί, όσο και για την πόλη του Ηρακλείου.
Για τη ζωή του ανθρώπου αυτού πριν τη συμμετοχή του στην εκστρατεία στο Περού, πολύ λίγες βάσιμες πληροφορίες υπάρχουν. Πέρα από τον τόπο καταγωγής του την Κρήτη, η ακριβής χρονολογία της γέννησής του παραμένει άγνωστη, παρότι οι Ισπανοί την τοποθετούν γύρω στο 1484. Είναι, ωστόσο, βέβαιο ότι σε μικρή σχετικά ηλικία έφυγε από τον τόπο καταγωγής του και ταξίδεψε στην Ιταλία και την Ισπανία. Στην Ιταλία εκπαιδεύτηκε και υπηρέτησε ως condotierro, δηλαδή αξιωματικός επικεφαλής μισθοφορικών σωμάτων που δρούσαν στην υπηρεσία των πόλεων-κρατών της Ιταλικής χερσονήσου. Έτσι απέκτησε σημαντική στρατιωτική εμπειρία και εξειδικεύτηκε ως πυροβολητής, προτού μεταβεί στην Ισπανία ως μισθοφόρος όπου υπηρέτησε στην ισπανική βασιλική φρουρά. Από εκεί σύντομα έφυγε και πάλι, κυνηγώντας την τύχη του, για τις ισπανικές κτήσεις στην Αμερική. Ήρθε στον Παναμά, όπου γνωρίστηκε με τους Πιζάρρο και Αλμάγκρο και μαθαίνοντας τα σχέδιά τους για εκστρατεία προς το νότο αποφάσισε να τους ακολουθήσει. Με τον Πιζάρρο, μάλιστα, συνδέθηκε με στενή φιλία. Ο Πέτρος Κρητικός, όπως θα φανεί και παρακάτω, αποτέλεσε σημαντικότατο μέλος της ισπανικής εκστρατείας, λόγω τόσο της άριστης γνώσης του περίπλοκου χειρισμού των πυροβόλων της εποχής εκείνης, όσο και της στρατιωτικής εμπειρίας του ως αξιωματικός. Έτσι στην τρίτη εκστρατεία των Ισπανών στο Περού συμμετείχε ως επικεφαλής του πυροβολικού. Ο Πέτρος ο Κρητικός με την πυροβολαρχία του αποτέλεσε σημαντικό επιτελικό στέλεχος της ομάδας των Πιζάρρο και ντε Αλμάγκρο. Εξάλλου ως αρχιπυροβολητής της εκστρατείας υπήρξε χειριστής του πλέον καθοριστικού όπλου που χρησιμοποιήθηκε σε ολόκληρη την ιστορία των πολέμων των κονκισταδόρων στα εδάφη της αμερικανικής ηπείρου.
Η εξερεύνηση της βορειοδυτικής ακτής της νοτίου Αμερικής
Το 1524 ο Φρανσίσκο Πιζάρρο και ο Ντιέγκο ντε Αλμάγκρο, με ένα καράβι και λίγους άνδρες, ξεκίνησαν από τον Παναμά για την πρώτη τους απόπειρα να ανακαλύψουν τη χρυσοφόρα χώρα των Ίνκας,. Η εκστρατεία αυτή στάθηκε ανεπιτυχής. Πολλές αντίξοες συνθήκες, όπως κακοκαιρίες, έλλειψη τροφίμων, αλλά και η εχθρότητα των ιθαγενών που συνάντησαν στις ακτές της Κολομβίας, τους ανάγκασαν να επιστρέψουν στον Παναμά άπραγοι. Ο Πέτρος ο Κρητικός είναι αβέβαιο αν συμμετείχε στην πρώτη αυτή απόπειρα του Πιζάρρο, σίγουρα όμως έλαβε μέρος στη δεύτερη.
Η δεύτερη εκστρατεία με αρχηγό τον Πιζάρρο και υπαρχηγό τον ντε Αλμάγκρο, είχε πολύ θετικότερα αποτελέσματα. Η αρχή ήταν εξίσου δύσκολη, υπό τις ίδιες αντίξοες συνθήκες με την πρώτη εκστρατεία. Πριν καταφέρουν να φτάσουν στο Περού ταλαιπωρήθηκαν αρκετά, περιπλανώμενοι στον ωκεανό ανοιχτά της βορειοδυτικής ακτής της νότιας Αμερικής. Αντιμετώπισαν δυνατούς αντίθετους ανέμους και θαλάσσια ρεύματα στα τότε άγνωστα νερά, ενώ στην ξηρά συναντούσαν εχθρικούς ιθαγενείς, η αναμέτρηση με τους οποίους ήταν σίγουρα άνιση εις βάρος των Ισπανών. Το πλέον ελπιδοφόρο αποτέλεσμα της πρώτης φάσης αυτής της εκστρατείας, υπήρξε το γεγονός της τυχαίας συνάντησης στη θάλασσα, μιας σχεδίας με ιθαγενείς από το Τουμπέζ. Επάνω της μετέφεραν διάφορα εμπορεύματα και ανάμεσα τους αρκετά αντικείμενα από χρυσό και ασήμι. Έτσι οι άνδρες της εκστρατείας κατάφεραν να επιβεβαιώσουν τις ιστορίες για τα πλούτη της περιοχής και αναπτερώθηκε το ηθικό τους για τη δύσκολη συνέχεια. Λόγω όμως έλλειψης εφοδίων και του μειωμένου αριθμού των ανδρών, οι οποίοι είχαν πλέον υποστεί αρκετή σωματική εξάντληση, η συνέχεια της εκστρατείας και η επιτυχία της φαίνονταν αδύνατες.
Ο Πέτρος Κρητικός ένας από τους «Διάσημους 13»
Στο κομβικό αυτό σημείο και ενώ είχαν καταλήξει πάνω σε μία βραχονησίδα, την Ίλα ντελ Γκάλλο ανοιχτά του σημερινού Εκουαδόρ, ο ντε Αλμάγκρο ήρθε σε διαφωνία με τον Πιζάρρο. Απογοητευμένος από την πολύμηνη άκαρπη περιπλάνηση και κακουχία, ο ντε Αλμάγκρο αποφάσισε να γυρίσει στον Παναμά ώστε να ξεκινήσει την εκστρατεία πάλι από την αρχή, με περισσότερους στρατιώτες και υλικά εφόδια. Τον ντε Αλμάγκρο ακολούθησαν όλοι οι άνδρες εκτός από δεκατρείς. Ο πεισματάρης Φρανσίσκο Πιζάρρο, αρνήθηκε να επιστέψει πίσω, θεωρώντας αυτήν την κίνηση ως αναγνώριση αποτυχίας της όλης αποστολής του. Αποφάσισε να μείνει πάνω στο ξερονήσι εκείνο, ανοιχτά της ακτής του Εκουαδόρ, περιμένοντας τον ντε Αλμάγκρο να επιστρέψει με νέες προμήθειες από τον Παναμά. Στην Ίλα ντελ Γκάλλο, μαζί με τον Φρανσίσκο Πιζάρρο έμειναν μόνο δώδεκα άνδρες από το υπόλοιπο πλήρωμα της αποστολής του. Ένας από αυτούς ήταν και ο Πέτρος ο Κρητικός.
Ο Πέτρος σαγηνεύει τους κατοίκους του Τουμπέζ
Ο Πιζάρρο και οι δεκατρείς σύντροφοί του, οι οποίοι έμειναν στην ιστορία ως «οι διάσημοι δεκατρείς» (Los trece de la fama), περίμεναν στην Ίλα ντελ Γκάλλο για αρκετούς μήνες. Τελικά ο ντε Αλμάγκρο επέστρεψε να τους σώσει, με ένα καράβι από τον Παναμά. Ήταν πλέον το 1527 και ο ντε Αλμάγκρο είχε τώρα σκοπό να συνεχίσει με τον Πιζάρρο την πορεία προς την ενδοχώρα της αυτοκρατορίας των Ίνκας. Με αυτό το καράβι και με την δύναμη των νεοφερμένων ανδρών ο Πιζάρρο έφθασε, το 1528, για πρώτη φορά στην περιοχή του Τουμπέζ, στο σημερινό βορειοδυτικό Περού. Η πόλη του Τουμπέζ κατοικείτο από φυλή διαφορετική των Ίνκας, που όμως είχαν πρόσφατα υποταχθεί στους δεύτερους και έτσι αποτελούσε μέρος της αυτοκρατορίας τους. Η αυτοκρατορία των Ίνκας, την εποχή εκείνη, βρίσκονταν στη μεγαλύτερη εξάπλωσή της, αφού ξεκινούσε από τη σημερινή νότια Κολομβία και έφθανε μέχρι την κεντρική Χιλή.
Στο Τουμπέζ, οι Ισπανοί, καθώς ήταν λίγοι για μια σοβαρή επιχείρηση εναντίον της πόλης δεν έδειξαν αμέσως τις κατακτητικές τους διαθέσεις. Ο Πιζάρρο αποφάσισε να στείλει πρώτα τον Πέτρο τον Κρητικό ως ανιχνευτή και κατάσκοπο μέσα στην πόλη.
Ο Πέτρος, φορώντας σιδηρούν θώρακα και περικεφαλαία, του τύπου των ισπανών κονκισταδόρων και εφοδιασμένος με αρκεβούζιο, αποβιβάστηκε στην ακτή, συνοδευόμενος μόνο από τον πιστό αφρικανό υπηρέτη και φίλο του, τον Μέζα. Οι ιθαγενείς αμέσως περικύκλωσαν τον λευκό και τον μαύρο άνδρα, εκστασιασμένοι από το πρωτόγνωρο θέαμα και τους οδήγησαν στον άρχοντα της πόλης τους. Αναφέρει, μάλιστα στο χρονικό του ο Πέδρο ντε Σιέζα ντε Λεόν, ότι οι άνθρωποι εκείνοι, εντυπωσιάστηκαν από την απαστράπτουσα πανοπλία του Πέτρου (οι μεταλλικές πανοπλίες ήταν σπάνιο αντικείμενο για τους Αμερικανούς ιθαγενείς εν γένει), αλλά κυρίως από το γενικότερο παρουσιαστικό του. Ήταν πολύ ψηλός, καθώς οι περιγραφές της εποχής τον χαρακτηρίζουν γίγαντα και είχε πλούσια μαύρη γενειάδα, παρουσιαστικό που προκάλεσε δέος και θαυμασμό στους ντόπιους, ιδιαιτέρως δε στις γυναίκες, καθώς αντίκριζαν για πρώτη φορά άνδρα λευκό και μάλιστα γενειοφόρο (οι ιθαγενείς άνδρες ήταν άτριχοι).
Ο Πέτρος υποκλίθηκε μπροστά στον άρχοντα του Τουμπέζ και άρχισε να προσπαθεί να του κηρύξει το χριστιανικό ευαγγέλιο. Εκείνος όμως δεν έδειξε κανένα ενδιαφέρον παρά μόνο για το αρκεβούζιο που κρατούσε ο Κρητικός. Όταν του ζήτησαν να το χρησιμοποιήσει και εκείνος το έπραξε, ο κρότος του πυροβόλου όπλου έκανε όλους τους παριστάμενους ιθαγενείς να πέσουν έντρομοι στο έδαφος. Υπάρχει μάλιστα και ο θρύλος, ότι κάποια άγρια ζώα που παρευρίσκονταν εκεί, έπεσαν στα πόδια του Έλληνα ημερωμένα και φοβισμένα από τον δυνατό κρότο. Τέλος, ο ιθαγενής άρχοντας εντυπωσιασμένος του είπε ότι «κρατά στα χέρια του τον κεραυνό του ουρανού». Στη συνέχεια οι κάτοικοι του Τουμπέζ, ανυποψίαστοι, ξενάγησαν τον Πέτρο μαζί με τον υπηρέτη του σε ολόκληρη την πόλη και οι δυο άνδρες έμειναν έκθαμβοι από τον άφθονο χρυσό και το ασήμι που έβλεπαν γύρω τους.
Οι Ισπανοί μετά από αυτή την επαφή με τους ιθαγενείς στο Τουμπέζ και αφού είχαν πλέον συγκεντρώσει αρκετές πληροφορίες για την περιοχή την οποία επιθυμούσαν να κατακτήσουν, αποφάσισαν να επιστρέψουν στον Παναμά. Το 1528, ο Φρανσίσκο Πιζάρρο επέστρεψε στην Ισπανία, όπου το 1529 έλαβε επίσημη άδεια από τη βασίλισσα Καστίλλης και Αραγονίας Ισαβέλλα, για να προχωρήσει στην κατάκτηση του Περού στο όνομα του Ισπανικού στέμματος. Το 1531, οι Ισπανοί κονκισταδόροι, με αρκετά εφόδια και λίγους αλλά ικανούς στρατιώτες, ξεκίνησαν την τρίτη εκστρατεία τους. Αυτή ήταν και εκείνη η οποία κατέληξε στην τελική κατάλυση της αυτοκρατορίας των Ίνκας.
Η συνέχεια της δράσης του Πέτρου Κρητικού στο Περού
Καχαμάρκα, 16 Νοεμβρίου 1532: συντριπτική ήττα των Ίνκας και αιχμαλωσία του Αταχουάλπα
Το φθινόπωρο του 1532, ο Φρανσίσκο Πιζάρρο με τον ολιγάριθμο στρατό του είχε εγκατασταθεί στην Καχαμάρκα, μια πόλη νοτιοανατολικά του Τουμπέζ. Οι Ισπανοί ήταν ουσιαστικά αποκλεισμένοι καθώς η πόλη ήταν στην μέση μιας κοιλάδας, περικυκλωμένη από βουνά, όπου τα περάσματα ελέγχονταν από τον πολυάριθμο στρατό του αυτοκράτορα των Ίνκας Αταχουάλπα. Ο Φρανσίσκο Πιζάρρο μπροστά στο δίλημμα να ρισκάρει τη φυγή ή μια αριθμητικά άνιση μάχη, εμπνεύστηκε ένα τέχνασμα για την αιχμαλωσία του Αταχουάλπα.
Την προηγούμενη μέρα της μάχης ο Ισπανός έστειλε αντιπροσώπους στον Αταχουάλπα, ενημερώνοντάς τον ότι ενδιαφέρεται να συναντηθούν στην Καχαμάρκα για διαπραγματεύσεις. Το τολμηρό σχέδιο του Πιζάρρο αποσκοπούσε στην περικύκλωση του στρατού των Ίνκας μέσα στη μικρή πόλη και στην αιφνιδιαστική αιχμαλωσία του Αταχουάλπα, γεγονός που θα καταρράκωνε το ηθικό του υπόλοιπου στρατού των Ίνκας αφενός, αλλά θα του εξασφάλιζε και ένα πολύ ισχυρό διαπραγματευτικό όπλο αφετέρου.
Ο στρατός του Πιζάρρο δεν ξεπερνούσε τους 180 άνδρες, συμπεριλαμβανομένου του πεζικού, ιππικού και πυροβολικού. Οι Ίνκας από την άλλη πλευρά έφταναν τους 7.000 άνδρες. Οι αριθμοί του μικρού ισπανικού στρατού είναι σχεδόν απίστευτοι. Απέναντι στους Ίνκας, ο Πιζάρρο παρέταξε 106 πεζούς λογχοφόρους, 62 ιππείς, 4 πυροβόλα και 12 αρκεβουζιοφόρους. Η ουσιαστική ποιοτική διαφορά ανάμεσα στους δυο στρατούς ήταν ο οπλισμός τους, καθώς οι Ισπανοί έφεραν πυροβόλα όπλα. Αυτή η διαφορά όμως, δεν ήταν ξεκάθαρη πριν την τελική έκβαση της μάχης, σε κανέναν από τους δυο αντιπάλους. Από την πλευρά των Ισπανών, πρώτον τα πυροβόλα που διέθεταν ήταν ελάχιστα, σε σύγκριση με το πλήθος του στρατού των Ίνκας. Δεύτερον, ο Φρανσίσκο Πιζάρρο, τότε, έδωσε για πρώτη φορά μάχη με τους Ίνκας και δεν είχε χρησιμοποιήσει άλλη φορά στο παρελθόν τον ευρωπαϊκό οπλισμό εναντίον τους. Επομένως, είναι σαφές ότι δεν μπορούσε να προεξοφλήσει με κάθε βεβαιότητα ότι τα πυροβόλα θα του εξασφάλιζαν τη νίκη.
Από την πλευρά των Νοτιοαμερικανών, ο αυτοκράτορας Αταχουάλπα είναι προφανές ότι δεν είχε σαφή και πλήρη εικόνα για την καταστροφική δύναμη των πυροβόλων, καθώς, ενώ μεν είχε γνώση από τους κατασκόπους του για το νέο αυτό όπλο, το αντίκρισε, δε, για πρώτη φορά στη μάχη που ακολούθησε. Έτσι το υποτίμησε, εφόσον άλλωστε το πλήθος των Ισπανών φαινόταν σχεδόν μηδαμινό. Επιπλέον, ο στρατός του Αταχουάλπα, σε συνδυασμό με την αριθμητική υπεροχή του, είχε αποκτήσει πολύτιμη εμπειρία στην πρόσφατη εμφύλια διαμάχη για τη διαδοχή εναντίον του αδελφού του. Όπως θα δούμε όμως παρακάτω η υπερβολική αυτοπεποίθηση των Ίνκας τους στοίχησε μια συντριπτική και μοιραία για το μέλλον της πατρίδας τους ήττα.
Η δράση του Πέτρου Κρητικού στην, αποφασιστικής σημασίας για την κατάκτηση των Ίνκας, μάχη που ακολούθησε υπήρξε καθοριστική. Καθώς, όπως προαναφέραμε, οι Ισπανοί δεν διέθεταν περισσότερα από δώδεκα αρκεβούζια, ο Κρητικός προετοίμασε για χρήση τα τέσσερα πυροβόλα, τα οποία είχαν καταφέρει να μεταφέρουν ως εκεί οι Ισπανοί. Τελικά, στη μάχη της Καχαμάρκα η υπεροχή αυτών των τεσσάρων πυροβόλων του Κρητικού, έναντι των Νοτιοαμερικανών ιθαγενών, έμελλε να επιβεβαιωθεί με τον πλέον εμφατικό τρόπο.
Η μάχη έλαβε χώρα στις 16 Νοεμβρίου 1532. Ο Αταχουάλπα είχε διατάξει να τον συνοδεύσει ολόκληρος ο στρατός του, αλλά (καθώς αναφέρουν οι πηγές των Ίνκας) ο κάθε άνδρας να είναι οπλισμένος μόνο με ένα τελετουργικό εγχειρίδιο που χρησιμοποιούνταν για τη θυσία των λάμα. Εδώ όμως υπάρχει μια σύγχυση στις πηγές, καθώς Ευρωπαίοι ιστορικοί αναφέρουν ότι οι στρατιώτες του Αταχουάλπα προέλαυναν προς την Καχαμάρκα, φέροντας κρυμμένα κάτω από τις κάπες τους μικρά τσεκούρια και σφενδόνες. Αυτή είναι μια σοβαρή αντίφαση στις πηγές, εφόσον πρόκειται για μια μάχη στην οποία η διαφορά του οπλισμού των δυο αντιπάλων έπαιξε τον καθοριστικότερο ρόλο στην έκβασή της. Το βέβαιο, παρόλα αυτά, είναι ότι ο αυτοκράτορας των Ίνκας, κινούμενος από αλαζονική αυτοπεποίθηση πίστευε, ότι χωρίς να δώσει ουσιαστική μάχη, θα κατόρθωνε να περικυκλώσει και να αιχμαλωτίσει τους Ευρωπαίους, οι οποίοι εξάλλου δεν έφταναν ούτε τους διακόσιους στο σύνολο και στη συνέχεια να τους θυσιάσει ομαδικά στους θεούς του.
Το πρωί της ημέρας της μάχης ο στρατός των Ίνκας προχώρησε προς την πόλη με τον Αταχουάλπα να προπορεύεται ανεβασμένος σε ένα ψηλό υποβασταζόμενο φορείο-θρόνο. Μόλις έφτασαν μπροστά από τα τείχη της πόλης οι Ισπανοί άφησαν τους Ίνκας να εισέλθουν ανενόχλητοι μέχρι την πλατεία. Εκεί τον περίμενε ο Πιζάρρο με την συνοδεία του για τις διαπραγματεύσεις, αλλά ο υπόλοιπος στρατός του βρισκόταν κρυμμένος στα γύρω σπίτια. Η θέση των τεσσάρων πυροβόλων του Πέτρου Κρητικού δεν διευκρινίζεται στις πηγές, αλλά το πλέον πιθανόν είναι ότι ήταν τοποθετημένα στο κέντρο της πλατείας, με τον ίδιο τον Πέτρο ως συνοδεία του Πιζάρρο. Μόλις ο προπορευόμενος Αταχουάλπα και η συνοδεία του έφθασαν στην πλατεία ο Ισπανός έδωσε την διαταγή και αμέσως ο κρυμμένος στρατός του όρμησε, εξουδετέρωσε την συνοδεία του αυτοκράτορα και αιχμαλώτισε τον ίδιο τον Αταχουάλπα χωρίς καμμία ουσιαστική αντίσταση.
Αυτή η απρόσμενη και αιφνιδιαστική εξέλιξη έπληξε καίρια το ηθικό του στρατού των Ίνκας, ο οποίος πλέον ήταν αναγκασμένος να δώσει πραγματική μάχη με τους Ευρωπαίους, κάτι για το οποίο πιθανόν να μην ήταν απολύτως προετοιμασμένος. Λόγω της αριθμητικής υπεροχής τους πιθανόν οι Ίνκας να θεωρούσαν βέβαιο ότι οι Ισπανοί απλώς θα παραδοθούν αμαχητί. Επίσης, όπως εξηγήθηκε παραπάνω, είναι αβέβαιο αν οι Ίνκας έφεραν οποιουδήποτε είδους βαρύ οπλισμό, όπως τσεκούρια. Επομένως παραμένει άγνωστο τι είδους άμυνα μπόρεσαν να αντιτάξουν οι ιθαγενείς, όμως σε κάθε περίπτωση η έκβαση της μάχης είναι γνωστή. Στη συνέχεια, οι Ισπανοί επιτέθηκαν στο πλήθος των ιθαγενών, με όλα τα όπλα τα οποία προαναφέρθηκε ότι είχαν στη διάθεσή τους και ακολούθησε μια πραγματικά ανηλεής σφαγή του στρατού των Ίνκας. Σε μια σφαγή τέτοιας κλίμακας σημαντικό ρόλο έπαιξαν βεβαίως τα πυροβόλα. Μάλιστα ο στρατός των Ίνκας σχεδόν αποδεκατίστηκε, αφού οι πηγές αναφέρουν ότι οι νεκροί των Ίνκας ξεπέρασαν τους 6.000, ενώ την ίδια στιγμή οι Ισπανοί δεν είχαν ούτε ένα νεκρό.
Οι Ισπανοί κράτησαν αιχμάλωτο τον Αταχουάλπα στην Καχαμάρκα μέχρι τον Αύγουστο του 1533. Ο Πιζάρρο αρχικά απαίτησε ένα τεράστιο ποσό ως λύτρα για τον αυτοκράτορα. Ακόμα όμως και όταν οι Ισπανοί παρέλαβαν τα απαιτούμενα λύτρα, τελικά αποφάσισαν να τον θανατώσουν ζωντανό στην πυρά ως ειδωλολάτρη. Αυτό όμως τρομοκράτησε τον Αταχουάλπα, γιατί σύμφωνα με τις θρησκευτικές πεποιθήσεις των Ίνκας σήμαινε ότι η ψυχή του δεν θα μπορούσε ποτέ να μεταβεί στον άλλο κόσμο. Τελικά δέχθηκε να βαπτισθεί χριστιανός με αντάλλαγμα να θανατωθεί δια του στραγγαλισμού. Τον Αταχουάλπα διαδέχθηκε αρχικά ο αδερφός του Τούπακ Χουάλπα στο Κούσκο, πρωτεύουσα των Ίνκας. Όταν αργότερα το ίδιο έτος, οι Ισπανοί κυρίευσαν το Κούσκο, τοποθέτησαν τον Μάνκο Ίνκα ως υποτελή αυτοκράτορα. Τα κατεκτημένα εδάφη των Ίνκας ονομάστηκαν Νέα Καστίλλη.
Οι Ισπανοί στο Κούσκο βρέθηκαν μπροστά σε έναν πραγματικά αμύθητο πλούτο τον οποίο μοιράστηκαν οι αρχηγοί της εκστρατείας. Μερίδιο των λαφύρων στάλθηκε στον βασιλιά της Ισπανίας, ενώ μεγάλο μερίδιο έλαβε επίσης ο Πέτρος ο Κρητικός. Ο Κρητικός ακολούθησε τον Φρανσίσκο Πιζάρρο που ταξίδεψε ξανά πίσω στην Ισπανία για να μεταφέρουν στον βασιλιά Κάρολο Ε΄ τα πλούσια δώρα και να τον πληροφορήσουν για την μεγάλη τους επιτυχία. Ο βασιλιάς τίμησε και τους δυο, δίνοντας στον Κρητικό τον τίτλο του διοικητή του πυροβολικού του στόλου και τον τίτλο του δεύτερου δημάρχου της πόλης του Κούσκο.
Όσον αφορά τη συνέχεια των πολέμων μεταξύ Ισπανών και Ίνκας, αργότερα, το 1536 ο Μάνκο Ίνκα ξεκίνησε επανάσταση με αφορμή την κλοπή της γυναίκας του από τον Χερνάντο Πιζάρρο, αδερφό του Φρανσίσκο. Ο Μάνκο Ίνκα κατάφερε να συγκεντρώσει στρατό 200.000 ανδρών και η εξέγερση του συνεχίστηκε από τους συμπατριώτες του, ακόμα και μετά το θάνατό του το 1544, μέχρι το 1572 οπότε οι Ισπανοί κυρίευσαν και το τελευταίο προπύργιο των Ίνκας τη Βιλκαμπάμπα.
Ο ισπανικός εμφύλιος
Αμέσως μετά την πρώτη υποταγή των Ίνκας το 1533, ο Φρανσίσκο Πιζάρρο και ο Ντιέγκο ντε Αλμάγκρο μοιράστηκαν τη διοίκηση των εδαφών της αυτοκρατορίας όμως διψούσαν για περισσότερο πλούτο και εξουσία. Έτσι επιδόθηκαν σε έναν παράλογο και σκληρό εμφύλιο πόλεμο, ο οποίος κόστισε τη ζωή τόσο στον ίδιο τον Πιζάρρο και τον ντε Αλμάγκρο, όσο και στον Πέτρο τον Κρητικό. Αυτούς τους τρείς άνδρες οι οποίοι υπήρξαν οι πρώτοι Ευρωπαίοι που πάτησαν το έδαφος της Νότιας Αμερικής και πρωτοστάτησαν στην κατάκτηση του Περού.
Το 1538, ο Φρανσίσκο Πιζάρρο μαζί με τους αδελφούς του, οι οποίοι είχαν έρθει εν τω μεταξύ από την Ισπανία, βρισκόταν πλέον σε πόλεμο με τον μέχρι πρότινος φίλο και συμπολεμιστή του, αλλά πλέον ανταγωνιστή για την εξουσία, Ντιέγκο ντε Αλμάγκρο. Τον Απρίλιο του 1538, οι αντίπαλοι στρατοί συγκρούστηκαν στη μάχη των Λας Σαλίνας, μια περιοχή λίγο έξω από το Κούσκο και εκεί η συμβολή του Πέτρου του Κρητικού υπήρξε επίσης καθοριστική.
Ο Πέτρος έχοντας κατακτήσει εξουσία και πλούτο είχε επίσης σχηματίσει ένα δικό του μικρό μισθοφορικό στρατό, έχοντας συγκεντρώσει γύρω του, όπως αναφέρουν οι πηγές και μερικούς άλλους νεοφερμένους συμπατριώτες του Έλληνες, οι οποίοι κατείχαν και αυτοί στρατιωτική εμπειρία ως μισθοφόροι από την Ευρώπη. Επομένως, ο Κρητικός ήταν πλέον ένας δυνατός και ανεξάρτητος αρχηγός κονκισταδόρος, που μπορούσε να πολεμήσει για το δικό του αποκλειστικά όφελος ή να κυνηγήσει την δική του τύχη κατακτώντας καινούρια άγνωστα μέρη.
Οι αδελφοί Πιζάρρο, χάρη στην παλιά φιλία του Έλληνα με τον Φρανσίσκο είχαν, στην πρώτη φάση του εμφυλίου, τον Κρητικό και το έμπειρο πυροβολικό του με το μέρος τους. Με αυτόν τον τρόπο, κατείχαν σαφές πλεονέκτημα έναντι του ντε Αλμάγκρο. Έτσι πράγματι τον Απρίλιο του 1538, στη μάχη των Λας Σαλίνας, τα πυροβόλα του Κρητικού έπαιξαν τον ρόλο-κλειδί, καθώς επέφεραν καθοριστικές απώλειες στον αντίπαλό τους. Ο ντε Αλμάγκρο ηττημένος βρήκε προσωρινό καταφύγιο στα τείχη του Κούσκο, όμως οι Πιζάρρο, αμέσως μετά τη μάχη, μπήκαν νικητές στην αφύλακτη πόλη. Εκεί ο Χερνάντο Πιζάρρο συνέλαβε τον ντε Αλμάγκρο και αργότερα τον αποκεφάλισε μέσα στη φυλακή.
Μετά την κατάκτηση του Κούσκο, οι αδελφοί Πιζάρρο είχαν πλέον τον έλεγχο ολόκληρου του Περού. Σε αυτό το μικρό διάλλειμα μεταξύ των ισπανικών εμφυλίων στο Περού, ο Κρητικός αποφάσισε να επωφεληθεί πραγματοποιώντας δική του εκστρατεία στα ανατολικά, προς την ζούγκλα του Αμαζονίου, σε αναζήτηση κάποιου φημολογούμενου χρυσού βασιλείου, ενός «Αμαμπάγια». Ο Πέτρος πήρε την άδεια και την έγκριση από τους αδερφούς Πιζάρρο και βασιζόμενος σε ασαφείς και αόριστες πληροφορίες κινήθηκε προς την περιοχή του Αμαζονίου. Περιπλανήθηκε άσκοπα στην άγνωστη, σκοτεινή και υγρή ζούγκλα και έχοντας χάσει τον προσανατολισμό και τους περισσότερους άνδρες του από τον πυρετό και την πείνα γύρισε απογοητευμένος και άπραγος στο Περού.
Εκεί, όμως, ο εμφύλιος των Ισπανών είχε και πάλι αρχίσει. Το 1541, ο γιος του ντε Αλμάγκρο, Ντιέγκο ντε Αλμάγκρο Β΄, ο αποκαλούμενος «ελ Μόζο», σε εκδίκηση για τον θάνατο του πατέρα του, διοργάνωσε μια συνωμοσία εναντίον του Φρανσίσκο Πιζάρρο. Στις 26 Ιουνίου 1541 μαζί με, περίπου, άλλους είκοσι υποστηρικτές του, πραγματοποίησε έφοδο στο παλάτι όπου κατοικούσε ο Πιζάρρο στη Λίμα και εκεί τον δολοφόνησε.
Τώρα πλέον, ο Κρητικός είχε χάσει τον παλιό αρχηγό και φίλο του Φρανσίσκο, ενώ παράλληλα οι σχέσεις του με τους υπόλοιπους αδελφούς Πιζάρρο δεν ήταν καθόλου καλές. Έτσι αποφάσισε και συντάχθηκε κρυφά με τον ντε Αλμάγκρο Β΄.
Η μάχη των Τσούπας και το άδοξο τέλος
Η τελευταία αποφασιστική μάχη του ισπανικού εμφυλίου, δόθηκε στις 16 Σεπτεμβρίου 1542, στην περιοχή των Τσούπας, πάλι λίγο έξω από το Κούσκο, ανάμεσα στον Ντιέγκο ντε Αλμάγκρο Β΄ και τον στρατό της Νέας Καστίλλης υπό τη διοίκηση των διαδόχων του Πιζάρρο. Ο Πέτρος ο Κρητικός, τώρα πια με το μέρος του ντε Αλμάγκρο Β΄, κατασκεύασε και πάλι καινούρια πυροβόλα για τη μάχη αυτή. Συγκεκριμένα οι πηγές αναφέρουν ότι σε αυτή την περίπτωση τον βοήθησαν στην κατασκευή των πυροβόλων και δεκαέξι άλλοι Έλληνες. Παρόλα αυτά, ο ντε Αλμάγκρο είχε αρχίσει να χάνει την εμπιστοσύνη του στον Πέτρο. Λέγεται, πως λίγες μέρες πριν τη μάχη των Τσούπας, έπιασε αιχμάλωτο στο στρατόπεδό του, έναν αγγελιαφόρο ο οποίος μετέφερε γράμμα για τον Κρητικό, με το οποίο οι αντίπαλοι του προσέφεραν αρκετά χρήματα για να σαμποτάρει την δράση του πυροβολικού του κατά τη μάχη. Το γράμμα αυτό δεν έφτασε ποτέ στα χέρια του Κρητικού. Εντούτοις την ημέρα της μάχης των Τσούπας και κατά τη διάρκεια αυτής, η δράση των πυροβόλων του δεν είχε τα αναμενόμενα αποτελέσματα. Οι αντίπαλοι του ντε Αλμάγκρο είχαν το πλεονέκτημα της μάχης και το περίφημο πυροβολικό του Κρητικού δεν επέφερε μεγάλες απώλειες εις βάρος τους.
Είναι άγνωστο γιατί το έμπειρο πυροβολικό του Πέτρου στάθηκε τόσο αναποτελεσματικό σε τούτη τη μάχη, καθώς παραμένει αβέβαιο το κατά πόσο ο Έλληνας όντως ενέργησε προδοτικά, αστοχώντας επίτηδες ή όχι. Το γεγονός είναι ότι ο ντε Αλμάγκρο, βλέποντας πως ήταν πλέον σαφές ότι θα έχανε τη μάχη, αποφάσισε να ξεσπάσει την οργή του πάνω στον Κρητικό, θεωρώντας ότι ενσυνείδητα και προδοτικά δεν σημάδευε σωστά τον αντίπαλο στόχο. Όρμησε επάνω του και αποκαλώντας τον «αναθεματισμένο Γραικό προδότη», τον σκότωσε με τα ίδια του τα χέρια.
Εντούτοις, μετά από την ήττα του στα Τσούπας, ο ντε Αλμάγκρο Β΄ είχε την ίδια ακριβώς τύχη με τον πατέρα του. Μαζί με τον ηττημένο στρατό του, τράπηκε σε φυγή και καβαλικεύοντας ένα γαϊδούρι επέστρεψε στο Κούσκο. Την ίδια μέρα οι αντίπαλοί του μπήκαν νικητές στην πόλη, τον συνέλαβαν και τον θανάτωσαν στην κεντρική πλατεία. Η μάχη των Τσούπας ήταν και το τέλος του Έλληνα, που με την δράση του πυροβολικού του αλλά και την γενναία και δυναμική του προσωπικότητα, έπαιξε καθοριστικό ρόλο στην ανακάλυψη και πρώτη κατάκτηση της νότιας Αμερικής από τους Ευρωπαίους.
Επίμετρο:
Πυροβολικό και πυροβολητές του 16ου αιώνα
Κατά τον 16ο αιώνα, η εξέλιξη της κατασκευής των πυροβόλων και της τεχνικής χρήσης τους καθιστά πλέον αυτό το όπλο απαραίτητο για κάθε ευρωπαϊκό στρατό. Οι κυρίαρχοι τύποι πυροβόλων της εποχής ήταν οι κουλβερίνες, οι φαλκονέτες και οι όλμοι. Τέτοιου είδους πυροβόλα πιθανότατα είχε στη διάθεσή του και ο Πέτρος Κρητικός στο Περού. Η χρήση των πυροβόλων απαιτούσε σημαντικές τεχνικές και επιστημονικές γνώσεις γεωμετρίας και φυσικής. Συνεπώς οι έμπειροι και ικανοί πυροβολητές ήταν περιορισμένοι και περιζήτητοι. Τέτοιοι αποδεικνύεται ότι ήταν ο Κρητικός και οι άλλοι Έλληνες σύντροφοί του, που εκτός από τη χρήση γνώριζαν καλά και την κατασκευή πυροβόλων.
Βιβλιογραφία - Πηγές:
(1) John Hemming, THE CONQUEST OF THE INCAS, Macmillan, London, 1993
(2) Kim MacQuarrie, THE LAST DAYS OF THE INCAS, Simon & Schuster, 2007
(3) Pedro de Cieza de Leon, THE SECOND PART OF THE CHRONICLE OF PERU, μτφρ. Clements R. Markham, Hakluyt Society, London 1883.
(4) Pedro de Cieza de Leon, THE TRAVELS OF PEDRO DE CIEZA DE LEON, AD 1532-50, CONTAINED IN THE FIRST PART OF HIS CHRONICLE OF PERU, μτφρ. Clements R. Markham, Hakluyt Society, London, 1883.
(5) Pedro de Cieza de Leon, THE WAR OF LAS SALINAS, μτφρ. Clements R. Markham, Hakluyt Society, London, 1923, (α΄ εκδ. 1883).
(6) Pedro de Cieza de Leon, THE WAR OF CHUPAS, μτφρ. Clements R. Markham, Hakluyt Society, Londonμ 1917, (α΄ εκδ. 1883).
(7) William H. Prescott, HISTORY OF THE CONQUEST OF PERU, BiblioBazaar, 2006, ( Harpers & Bros, USA, 1847)
(8) Φώτης Κόντογλου, ΠΕΤΡΟΣ Ο ΚΡΗΤΙΚΟΣ, Ο ΛΕΓΟΜΕΝΟΣ PEDRO DI CANDIA, σελ. 51-63, στο ΦΗΜΙΣΜΕΝΟΙ ΑΝΤΡΕΣ ΚΑΙ ΛΗΣΜΟΝΗΜΕΝΟΙ, εκδόσεις «Αστήρ», Αθήνα, 1994, (α΄ έκδοση 1987)
Ιωάννης Δανδουλάκης ©
Ιωάννης Δανδουλάκης ©
Το παρόν είναι προϊόν πρωτότυπης επιστημονικής έρευνας του συγγραφέα σε πρωτογενή αρχεία στην βιβλιοθήκη Maughan Library του King's College London. Το παρόν δημοσιεύθηκε πρώτη φορά στο περιοδικό «Στρατιωτική Ιστορία», περ. β΄, τευχ. 178, σελ. 56-63, Νοέμβριος 2011. Απαγορεύεται κάθε αναδημοσίευση χωρίς τη ρητή άδεια του συγγραφέα, ο οποίος επιφυλάσσεται για κάθε νόμιμο δικαίωμα.
Μετά από την κατάκτηση του Μεξικού από τον Ισπανό Χερνάν Κορτές, το 1521, ένα πλήθος Ευρωπαίων πάμπτωχων και απελπισμένων, που ελκύονταν από ιστορίες για μυθικούς θησαυρούς, κατέφθασε στην Αμερική. Με αφετηρία τον Παναμά, ο Φρανσίσκο Πιζάρρο και ο Ντιέγκο ντε Αλμάγκρο, νέο-αφιχθέντες Ισπανοί τυχοδιώκτες, κινήθηκαν σε αναζήτηση περισσότερου χρυσού, προς τα εδάφη της νότιας Αμερικής. Τις εκστρατείες αυτών των δυο κατακτητών του Περού, ακολούθησε ως αρχιπυροβολητής και ένας Έλληνας μισθοφόρος από την Κρήτη.
Η ιστορία της κατάκτησης της Αμερικής από Ευρωπαίους τυχοδιώκτες αποτελεί χαρακτηριστικό παράδειγμα της απόλυτης υπεροχής της πυρίτιδας έναντι κάθε άλλου είδους αρχαίου οπλισμού. Στις πολυετείς εκστρατείες των Ισπανών κονκισταδόρων στην κεντρική και νότια Αμερική κατά τον 16ο αιώνα, τα όπλα που διαδραμάτισαν τον καθοριστικό ρόλο ήταν τα πυροβόλα: τα αρκεβούζια και τα πυροβόλα της εποχής εκείνης. Οι εκστρατείες αυτές, αν και πραγματοποιήθηκαν με την στήριξη του ισπανικού στέμματος, είχαν μικρή έως μηδαμινή υποστήριξη από τον τακτικό ισπανικό στρατό. Στις εν λόγω εκστρατείες, ωστόσο, έλαβαν μέρος αρκετοί Ευρωπαίοι μισθοφόροι, ανάμεσά τους και κάποιοι Έλληνες. Ένας από αυτούς, καταγόμενος από την Κρήτη, υπήρξε σημαντικό στέλεχος της ισπανικής εκστρατείας στο Περού, όντας ο αρχιπυροβολητής του ολιγάριθμου στρατού με τον οποίο ο Ισπανός Φρανσίσκο Πιζάρρο κατέλυσε την αυτοκρατορία των Ίνκας κατά την περίοδο 1527-1533.
Στην σύγχρονη ελληνική ιστοριογραφία είναι γνωστή η δράση των stradioti, των αξιόμαχων ελληνικών μισθοφορικών ταγμάτων, από την Πελοπόννησο και την κεντρική Ελλάδα, τα οποία έδρασαν στην υπηρεσία της Βενετικής Δημοκρατίας. Εκείνο, όμως, που είναι λιγότερο γνωστό, είναι ότι Έλληνες από κάθε μέρος της ηπειρωτικής και νησιωτικής Ελλάδας, μετανάστευαν, αναζητώντας μια καλύτερη τύχη στη Δύση, με αποτέλεσμα αρκετοί από αυτούς να υπηρετήσουν ως μισθοφόροι και σε άλλους ευρωπαϊκούς στρατούς. Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί και η περίπτωση του Έλληνα που έλαβε μέρος στην πρώτη ισπανική εκστρατεία και κατάκτηση της νότιας Αμερικής τον 16ο αιώνα. Αυτός, κατά το ισπανικό χρονικό της κατάκτησης του Περού, γραμμένο στα λατινικά από τον Πέδρο ντε Σιέζα ντε Λεόν (περ. 1520-1554), ήταν «Petrus quidam, Creta insula ortus», δηλαδή «κάποιος Πέτρος, καταγόμενος από την νήσο Κρήτη», ο οποίος στην ισπανική ιστοριογραφία είναι γνωστός και με το προσωνύμιο «el Griego», δηλαδή «ο Γραικός». Κυρίως, είναι γνωστός ως «Pedro de Candia», δηλαδή «Πέτρος Κρητικός». Είναι πιθανόν - ωστόσο δύσκολο να εξακριβωθεί - ο όρος «de Candia» εδώ να σημαίνει και «Ηρακλειώτης», καθώς είναι γνωστό ότι το όνομα «Candia» χρησιμοποιήθηκε κατά την ενετοκρατία τόσο για την Κρήτη, ως νησί, όσο και για την πόλη του Ηρακλείου.
Για τη ζωή του ανθρώπου αυτού πριν τη συμμετοχή του στην εκστρατεία στο Περού, πολύ λίγες βάσιμες πληροφορίες υπάρχουν. Πέρα από τον τόπο καταγωγής του την Κρήτη, η ακριβής χρονολογία της γέννησής του παραμένει άγνωστη, παρότι οι Ισπανοί την τοποθετούν γύρω στο 1484. Είναι, ωστόσο, βέβαιο ότι σε μικρή σχετικά ηλικία έφυγε από τον τόπο καταγωγής του και ταξίδεψε στην Ιταλία και την Ισπανία. Στην Ιταλία εκπαιδεύτηκε και υπηρέτησε ως condotierro, δηλαδή αξιωματικός επικεφαλής μισθοφορικών σωμάτων που δρούσαν στην υπηρεσία των πόλεων-κρατών της Ιταλικής χερσονήσου. Έτσι απέκτησε σημαντική στρατιωτική εμπειρία και εξειδικεύτηκε ως πυροβολητής, προτού μεταβεί στην Ισπανία ως μισθοφόρος όπου υπηρέτησε στην ισπανική βασιλική φρουρά. Από εκεί σύντομα έφυγε και πάλι, κυνηγώντας την τύχη του, για τις ισπανικές κτήσεις στην Αμερική. Ήρθε στον Παναμά, όπου γνωρίστηκε με τους Πιζάρρο και Αλμάγκρο και μαθαίνοντας τα σχέδιά τους για εκστρατεία προς το νότο αποφάσισε να τους ακολουθήσει. Με τον Πιζάρρο, μάλιστα, συνδέθηκε με στενή φιλία. Ο Πέτρος Κρητικός, όπως θα φανεί και παρακάτω, αποτέλεσε σημαντικότατο μέλος της ισπανικής εκστρατείας, λόγω τόσο της άριστης γνώσης του περίπλοκου χειρισμού των πυροβόλων της εποχής εκείνης, όσο και της στρατιωτικής εμπειρίας του ως αξιωματικός. Έτσι στην τρίτη εκστρατεία των Ισπανών στο Περού συμμετείχε ως επικεφαλής του πυροβολικού. Ο Πέτρος ο Κρητικός με την πυροβολαρχία του αποτέλεσε σημαντικό επιτελικό στέλεχος της ομάδας των Πιζάρρο και ντε Αλμάγκρο. Εξάλλου ως αρχιπυροβολητής της εκστρατείας υπήρξε χειριστής του πλέον καθοριστικού όπλου που χρησιμοποιήθηκε σε ολόκληρη την ιστορία των πολέμων των κονκισταδόρων στα εδάφη της αμερικανικής ηπείρου.
Η εξερεύνηση της βορειοδυτικής ακτής της νοτίου Αμερικής
Το 1524 ο Φρανσίσκο Πιζάρρο και ο Ντιέγκο ντε Αλμάγκρο, με ένα καράβι και λίγους άνδρες, ξεκίνησαν από τον Παναμά για την πρώτη τους απόπειρα να ανακαλύψουν τη χρυσοφόρα χώρα των Ίνκας,. Η εκστρατεία αυτή στάθηκε ανεπιτυχής. Πολλές αντίξοες συνθήκες, όπως κακοκαιρίες, έλλειψη τροφίμων, αλλά και η εχθρότητα των ιθαγενών που συνάντησαν στις ακτές της Κολομβίας, τους ανάγκασαν να επιστρέψουν στον Παναμά άπραγοι. Ο Πέτρος ο Κρητικός είναι αβέβαιο αν συμμετείχε στην πρώτη αυτή απόπειρα του Πιζάρρο, σίγουρα όμως έλαβε μέρος στη δεύτερη.
Η δεύτερη εκστρατεία με αρχηγό τον Πιζάρρο και υπαρχηγό τον ντε Αλμάγκρο, είχε πολύ θετικότερα αποτελέσματα. Η αρχή ήταν εξίσου δύσκολη, υπό τις ίδιες αντίξοες συνθήκες με την πρώτη εκστρατεία. Πριν καταφέρουν να φτάσουν στο Περού ταλαιπωρήθηκαν αρκετά, περιπλανώμενοι στον ωκεανό ανοιχτά της βορειοδυτικής ακτής της νότιας Αμερικής. Αντιμετώπισαν δυνατούς αντίθετους ανέμους και θαλάσσια ρεύματα στα τότε άγνωστα νερά, ενώ στην ξηρά συναντούσαν εχθρικούς ιθαγενείς, η αναμέτρηση με τους οποίους ήταν σίγουρα άνιση εις βάρος των Ισπανών. Το πλέον ελπιδοφόρο αποτέλεσμα της πρώτης φάσης αυτής της εκστρατείας, υπήρξε το γεγονός της τυχαίας συνάντησης στη θάλασσα, μιας σχεδίας με ιθαγενείς από το Τουμπέζ. Επάνω της μετέφεραν διάφορα εμπορεύματα και ανάμεσα τους αρκετά αντικείμενα από χρυσό και ασήμι. Έτσι οι άνδρες της εκστρατείας κατάφεραν να επιβεβαιώσουν τις ιστορίες για τα πλούτη της περιοχής και αναπτερώθηκε το ηθικό τους για τη δύσκολη συνέχεια. Λόγω όμως έλλειψης εφοδίων και του μειωμένου αριθμού των ανδρών, οι οποίοι είχαν πλέον υποστεί αρκετή σωματική εξάντληση, η συνέχεια της εκστρατείας και η επιτυχία της φαίνονταν αδύνατες.
Ο Πέτρος Κρητικός ένας από τους «Διάσημους 13»
Στο κομβικό αυτό σημείο και ενώ είχαν καταλήξει πάνω σε μία βραχονησίδα, την Ίλα ντελ Γκάλλο ανοιχτά του σημερινού Εκουαδόρ, ο ντε Αλμάγκρο ήρθε σε διαφωνία με τον Πιζάρρο. Απογοητευμένος από την πολύμηνη άκαρπη περιπλάνηση και κακουχία, ο ντε Αλμάγκρο αποφάσισε να γυρίσει στον Παναμά ώστε να ξεκινήσει την εκστρατεία πάλι από την αρχή, με περισσότερους στρατιώτες και υλικά εφόδια. Τον ντε Αλμάγκρο ακολούθησαν όλοι οι άνδρες εκτός από δεκατρείς. Ο πεισματάρης Φρανσίσκο Πιζάρρο, αρνήθηκε να επιστέψει πίσω, θεωρώντας αυτήν την κίνηση ως αναγνώριση αποτυχίας της όλης αποστολής του. Αποφάσισε να μείνει πάνω στο ξερονήσι εκείνο, ανοιχτά της ακτής του Εκουαδόρ, περιμένοντας τον ντε Αλμάγκρο να επιστρέψει με νέες προμήθειες από τον Παναμά. Στην Ίλα ντελ Γκάλλο, μαζί με τον Φρανσίσκο Πιζάρρο έμειναν μόνο δώδεκα άνδρες από το υπόλοιπο πλήρωμα της αποστολής του. Ένας από αυτούς ήταν και ο Πέτρος ο Κρητικός.
Ο Πέτρος σαγηνεύει τους κατοίκους του Τουμπέζ
Ο Πιζάρρο και οι δεκατρείς σύντροφοί του, οι οποίοι έμειναν στην ιστορία ως «οι διάσημοι δεκατρείς» (Los trece de la fama), περίμεναν στην Ίλα ντελ Γκάλλο για αρκετούς μήνες. Τελικά ο ντε Αλμάγκρο επέστρεψε να τους σώσει, με ένα καράβι από τον Παναμά. Ήταν πλέον το 1527 και ο ντε Αλμάγκρο είχε τώρα σκοπό να συνεχίσει με τον Πιζάρρο την πορεία προς την ενδοχώρα της αυτοκρατορίας των Ίνκας. Με αυτό το καράβι και με την δύναμη των νεοφερμένων ανδρών ο Πιζάρρο έφθασε, το 1528, για πρώτη φορά στην περιοχή του Τουμπέζ, στο σημερινό βορειοδυτικό Περού. Η πόλη του Τουμπέζ κατοικείτο από φυλή διαφορετική των Ίνκας, που όμως είχαν πρόσφατα υποταχθεί στους δεύτερους και έτσι αποτελούσε μέρος της αυτοκρατορίας τους. Η αυτοκρατορία των Ίνκας, την εποχή εκείνη, βρίσκονταν στη μεγαλύτερη εξάπλωσή της, αφού ξεκινούσε από τη σημερινή νότια Κολομβία και έφθανε μέχρι την κεντρική Χιλή.
Στο Τουμπέζ, οι Ισπανοί, καθώς ήταν λίγοι για μια σοβαρή επιχείρηση εναντίον της πόλης δεν έδειξαν αμέσως τις κατακτητικές τους διαθέσεις. Ο Πιζάρρο αποφάσισε να στείλει πρώτα τον Πέτρο τον Κρητικό ως ανιχνευτή και κατάσκοπο μέσα στην πόλη.
Ο Πέτρος, φορώντας σιδηρούν θώρακα και περικεφαλαία, του τύπου των ισπανών κονκισταδόρων και εφοδιασμένος με αρκεβούζιο, αποβιβάστηκε στην ακτή, συνοδευόμενος μόνο από τον πιστό αφρικανό υπηρέτη και φίλο του, τον Μέζα. Οι ιθαγενείς αμέσως περικύκλωσαν τον λευκό και τον μαύρο άνδρα, εκστασιασμένοι από το πρωτόγνωρο θέαμα και τους οδήγησαν στον άρχοντα της πόλης τους. Αναφέρει, μάλιστα στο χρονικό του ο Πέδρο ντε Σιέζα ντε Λεόν, ότι οι άνθρωποι εκείνοι, εντυπωσιάστηκαν από την απαστράπτουσα πανοπλία του Πέτρου (οι μεταλλικές πανοπλίες ήταν σπάνιο αντικείμενο για τους Αμερικανούς ιθαγενείς εν γένει), αλλά κυρίως από το γενικότερο παρουσιαστικό του. Ήταν πολύ ψηλός, καθώς οι περιγραφές της εποχής τον χαρακτηρίζουν γίγαντα και είχε πλούσια μαύρη γενειάδα, παρουσιαστικό που προκάλεσε δέος και θαυμασμό στους ντόπιους, ιδιαιτέρως δε στις γυναίκες, καθώς αντίκριζαν για πρώτη φορά άνδρα λευκό και μάλιστα γενειοφόρο (οι ιθαγενείς άνδρες ήταν άτριχοι).
Ο Πέτρος υποκλίθηκε μπροστά στον άρχοντα του Τουμπέζ και άρχισε να προσπαθεί να του κηρύξει το χριστιανικό ευαγγέλιο. Εκείνος όμως δεν έδειξε κανένα ενδιαφέρον παρά μόνο για το αρκεβούζιο που κρατούσε ο Κρητικός. Όταν του ζήτησαν να το χρησιμοποιήσει και εκείνος το έπραξε, ο κρότος του πυροβόλου όπλου έκανε όλους τους παριστάμενους ιθαγενείς να πέσουν έντρομοι στο έδαφος. Υπάρχει μάλιστα και ο θρύλος, ότι κάποια άγρια ζώα που παρευρίσκονταν εκεί, έπεσαν στα πόδια του Έλληνα ημερωμένα και φοβισμένα από τον δυνατό κρότο. Τέλος, ο ιθαγενής άρχοντας εντυπωσιασμένος του είπε ότι «κρατά στα χέρια του τον κεραυνό του ουρανού». Στη συνέχεια οι κάτοικοι του Τουμπέζ, ανυποψίαστοι, ξενάγησαν τον Πέτρο μαζί με τον υπηρέτη του σε ολόκληρη την πόλη και οι δυο άνδρες έμειναν έκθαμβοι από τον άφθονο χρυσό και το ασήμι που έβλεπαν γύρω τους.
Οι Ισπανοί μετά από αυτή την επαφή με τους ιθαγενείς στο Τουμπέζ και αφού είχαν πλέον συγκεντρώσει αρκετές πληροφορίες για την περιοχή την οποία επιθυμούσαν να κατακτήσουν, αποφάσισαν να επιστρέψουν στον Παναμά. Το 1528, ο Φρανσίσκο Πιζάρρο επέστρεψε στην Ισπανία, όπου το 1529 έλαβε επίσημη άδεια από τη βασίλισσα Καστίλλης και Αραγονίας Ισαβέλλα, για να προχωρήσει στην κατάκτηση του Περού στο όνομα του Ισπανικού στέμματος. Το 1531, οι Ισπανοί κονκισταδόροι, με αρκετά εφόδια και λίγους αλλά ικανούς στρατιώτες, ξεκίνησαν την τρίτη εκστρατεία τους. Αυτή ήταν και εκείνη η οποία κατέληξε στην τελική κατάλυση της αυτοκρατορίας των Ίνκας.
Η συνέχεια της δράσης του Πέτρου Κρητικού στο Περού
Καχαμάρκα, 16 Νοεμβρίου 1532: συντριπτική ήττα των Ίνκας και αιχμαλωσία του Αταχουάλπα
Το φθινόπωρο του 1532, ο Φρανσίσκο Πιζάρρο με τον ολιγάριθμο στρατό του είχε εγκατασταθεί στην Καχαμάρκα, μια πόλη νοτιοανατολικά του Τουμπέζ. Οι Ισπανοί ήταν ουσιαστικά αποκλεισμένοι καθώς η πόλη ήταν στην μέση μιας κοιλάδας, περικυκλωμένη από βουνά, όπου τα περάσματα ελέγχονταν από τον πολυάριθμο στρατό του αυτοκράτορα των Ίνκας Αταχουάλπα. Ο Φρανσίσκο Πιζάρρο μπροστά στο δίλημμα να ρισκάρει τη φυγή ή μια αριθμητικά άνιση μάχη, εμπνεύστηκε ένα τέχνασμα για την αιχμαλωσία του Αταχουάλπα.
Την προηγούμενη μέρα της μάχης ο Ισπανός έστειλε αντιπροσώπους στον Αταχουάλπα, ενημερώνοντάς τον ότι ενδιαφέρεται να συναντηθούν στην Καχαμάρκα για διαπραγματεύσεις. Το τολμηρό σχέδιο του Πιζάρρο αποσκοπούσε στην περικύκλωση του στρατού των Ίνκας μέσα στη μικρή πόλη και στην αιφνιδιαστική αιχμαλωσία του Αταχουάλπα, γεγονός που θα καταρράκωνε το ηθικό του υπόλοιπου στρατού των Ίνκας αφενός, αλλά θα του εξασφάλιζε και ένα πολύ ισχυρό διαπραγματευτικό όπλο αφετέρου.
Ο στρατός του Πιζάρρο δεν ξεπερνούσε τους 180 άνδρες, συμπεριλαμβανομένου του πεζικού, ιππικού και πυροβολικού. Οι Ίνκας από την άλλη πλευρά έφταναν τους 7.000 άνδρες. Οι αριθμοί του μικρού ισπανικού στρατού είναι σχεδόν απίστευτοι. Απέναντι στους Ίνκας, ο Πιζάρρο παρέταξε 106 πεζούς λογχοφόρους, 62 ιππείς, 4 πυροβόλα και 12 αρκεβουζιοφόρους. Η ουσιαστική ποιοτική διαφορά ανάμεσα στους δυο στρατούς ήταν ο οπλισμός τους, καθώς οι Ισπανοί έφεραν πυροβόλα όπλα. Αυτή η διαφορά όμως, δεν ήταν ξεκάθαρη πριν την τελική έκβαση της μάχης, σε κανέναν από τους δυο αντιπάλους. Από την πλευρά των Ισπανών, πρώτον τα πυροβόλα που διέθεταν ήταν ελάχιστα, σε σύγκριση με το πλήθος του στρατού των Ίνκας. Δεύτερον, ο Φρανσίσκο Πιζάρρο, τότε, έδωσε για πρώτη φορά μάχη με τους Ίνκας και δεν είχε χρησιμοποιήσει άλλη φορά στο παρελθόν τον ευρωπαϊκό οπλισμό εναντίον τους. Επομένως, είναι σαφές ότι δεν μπορούσε να προεξοφλήσει με κάθε βεβαιότητα ότι τα πυροβόλα θα του εξασφάλιζαν τη νίκη.
Από την πλευρά των Νοτιοαμερικανών, ο αυτοκράτορας Αταχουάλπα είναι προφανές ότι δεν είχε σαφή και πλήρη εικόνα για την καταστροφική δύναμη των πυροβόλων, καθώς, ενώ μεν είχε γνώση από τους κατασκόπους του για το νέο αυτό όπλο, το αντίκρισε, δε, για πρώτη φορά στη μάχη που ακολούθησε. Έτσι το υποτίμησε, εφόσον άλλωστε το πλήθος των Ισπανών φαινόταν σχεδόν μηδαμινό. Επιπλέον, ο στρατός του Αταχουάλπα, σε συνδυασμό με την αριθμητική υπεροχή του, είχε αποκτήσει πολύτιμη εμπειρία στην πρόσφατη εμφύλια διαμάχη για τη διαδοχή εναντίον του αδελφού του. Όπως θα δούμε όμως παρακάτω η υπερβολική αυτοπεποίθηση των Ίνκας τους στοίχησε μια συντριπτική και μοιραία για το μέλλον της πατρίδας τους ήττα.
Η δράση του Πέτρου Κρητικού στην, αποφασιστικής σημασίας για την κατάκτηση των Ίνκας, μάχη που ακολούθησε υπήρξε καθοριστική. Καθώς, όπως προαναφέραμε, οι Ισπανοί δεν διέθεταν περισσότερα από δώδεκα αρκεβούζια, ο Κρητικός προετοίμασε για χρήση τα τέσσερα πυροβόλα, τα οποία είχαν καταφέρει να μεταφέρουν ως εκεί οι Ισπανοί. Τελικά, στη μάχη της Καχαμάρκα η υπεροχή αυτών των τεσσάρων πυροβόλων του Κρητικού, έναντι των Νοτιοαμερικανών ιθαγενών, έμελλε να επιβεβαιωθεί με τον πλέον εμφατικό τρόπο.
Η μάχη έλαβε χώρα στις 16 Νοεμβρίου 1532. Ο Αταχουάλπα είχε διατάξει να τον συνοδεύσει ολόκληρος ο στρατός του, αλλά (καθώς αναφέρουν οι πηγές των Ίνκας) ο κάθε άνδρας να είναι οπλισμένος μόνο με ένα τελετουργικό εγχειρίδιο που χρησιμοποιούνταν για τη θυσία των λάμα. Εδώ όμως υπάρχει μια σύγχυση στις πηγές, καθώς Ευρωπαίοι ιστορικοί αναφέρουν ότι οι στρατιώτες του Αταχουάλπα προέλαυναν προς την Καχαμάρκα, φέροντας κρυμμένα κάτω από τις κάπες τους μικρά τσεκούρια και σφενδόνες. Αυτή είναι μια σοβαρή αντίφαση στις πηγές, εφόσον πρόκειται για μια μάχη στην οποία η διαφορά του οπλισμού των δυο αντιπάλων έπαιξε τον καθοριστικότερο ρόλο στην έκβασή της. Το βέβαιο, παρόλα αυτά, είναι ότι ο αυτοκράτορας των Ίνκας, κινούμενος από αλαζονική αυτοπεποίθηση πίστευε, ότι χωρίς να δώσει ουσιαστική μάχη, θα κατόρθωνε να περικυκλώσει και να αιχμαλωτίσει τους Ευρωπαίους, οι οποίοι εξάλλου δεν έφταναν ούτε τους διακόσιους στο σύνολο και στη συνέχεια να τους θυσιάσει ομαδικά στους θεούς του.
Το πρωί της ημέρας της μάχης ο στρατός των Ίνκας προχώρησε προς την πόλη με τον Αταχουάλπα να προπορεύεται ανεβασμένος σε ένα ψηλό υποβασταζόμενο φορείο-θρόνο. Μόλις έφτασαν μπροστά από τα τείχη της πόλης οι Ισπανοί άφησαν τους Ίνκας να εισέλθουν ανενόχλητοι μέχρι την πλατεία. Εκεί τον περίμενε ο Πιζάρρο με την συνοδεία του για τις διαπραγματεύσεις, αλλά ο υπόλοιπος στρατός του βρισκόταν κρυμμένος στα γύρω σπίτια. Η θέση των τεσσάρων πυροβόλων του Πέτρου Κρητικού δεν διευκρινίζεται στις πηγές, αλλά το πλέον πιθανόν είναι ότι ήταν τοποθετημένα στο κέντρο της πλατείας, με τον ίδιο τον Πέτρο ως συνοδεία του Πιζάρρο. Μόλις ο προπορευόμενος Αταχουάλπα και η συνοδεία του έφθασαν στην πλατεία ο Ισπανός έδωσε την διαταγή και αμέσως ο κρυμμένος στρατός του όρμησε, εξουδετέρωσε την συνοδεία του αυτοκράτορα και αιχμαλώτισε τον ίδιο τον Αταχουάλπα χωρίς καμμία ουσιαστική αντίσταση.
Αυτή η απρόσμενη και αιφνιδιαστική εξέλιξη έπληξε καίρια το ηθικό του στρατού των Ίνκας, ο οποίος πλέον ήταν αναγκασμένος να δώσει πραγματική μάχη με τους Ευρωπαίους, κάτι για το οποίο πιθανόν να μην ήταν απολύτως προετοιμασμένος. Λόγω της αριθμητικής υπεροχής τους πιθανόν οι Ίνκας να θεωρούσαν βέβαιο ότι οι Ισπανοί απλώς θα παραδοθούν αμαχητί. Επίσης, όπως εξηγήθηκε παραπάνω, είναι αβέβαιο αν οι Ίνκας έφεραν οποιουδήποτε είδους βαρύ οπλισμό, όπως τσεκούρια. Επομένως παραμένει άγνωστο τι είδους άμυνα μπόρεσαν να αντιτάξουν οι ιθαγενείς, όμως σε κάθε περίπτωση η έκβαση της μάχης είναι γνωστή. Στη συνέχεια, οι Ισπανοί επιτέθηκαν στο πλήθος των ιθαγενών, με όλα τα όπλα τα οποία προαναφέρθηκε ότι είχαν στη διάθεσή τους και ακολούθησε μια πραγματικά ανηλεής σφαγή του στρατού των Ίνκας. Σε μια σφαγή τέτοιας κλίμακας σημαντικό ρόλο έπαιξαν βεβαίως τα πυροβόλα. Μάλιστα ο στρατός των Ίνκας σχεδόν αποδεκατίστηκε, αφού οι πηγές αναφέρουν ότι οι νεκροί των Ίνκας ξεπέρασαν τους 6.000, ενώ την ίδια στιγμή οι Ισπανοί δεν είχαν ούτε ένα νεκρό.
Οι Ισπανοί κράτησαν αιχμάλωτο τον Αταχουάλπα στην Καχαμάρκα μέχρι τον Αύγουστο του 1533. Ο Πιζάρρο αρχικά απαίτησε ένα τεράστιο ποσό ως λύτρα για τον αυτοκράτορα. Ακόμα όμως και όταν οι Ισπανοί παρέλαβαν τα απαιτούμενα λύτρα, τελικά αποφάσισαν να τον θανατώσουν ζωντανό στην πυρά ως ειδωλολάτρη. Αυτό όμως τρομοκράτησε τον Αταχουάλπα, γιατί σύμφωνα με τις θρησκευτικές πεποιθήσεις των Ίνκας σήμαινε ότι η ψυχή του δεν θα μπορούσε ποτέ να μεταβεί στον άλλο κόσμο. Τελικά δέχθηκε να βαπτισθεί χριστιανός με αντάλλαγμα να θανατωθεί δια του στραγγαλισμού. Τον Αταχουάλπα διαδέχθηκε αρχικά ο αδερφός του Τούπακ Χουάλπα στο Κούσκο, πρωτεύουσα των Ίνκας. Όταν αργότερα το ίδιο έτος, οι Ισπανοί κυρίευσαν το Κούσκο, τοποθέτησαν τον Μάνκο Ίνκα ως υποτελή αυτοκράτορα. Τα κατεκτημένα εδάφη των Ίνκας ονομάστηκαν Νέα Καστίλλη.
Οι Ισπανοί στο Κούσκο βρέθηκαν μπροστά σε έναν πραγματικά αμύθητο πλούτο τον οποίο μοιράστηκαν οι αρχηγοί της εκστρατείας. Μερίδιο των λαφύρων στάλθηκε στον βασιλιά της Ισπανίας, ενώ μεγάλο μερίδιο έλαβε επίσης ο Πέτρος ο Κρητικός. Ο Κρητικός ακολούθησε τον Φρανσίσκο Πιζάρρο που ταξίδεψε ξανά πίσω στην Ισπανία για να μεταφέρουν στον βασιλιά Κάρολο Ε΄ τα πλούσια δώρα και να τον πληροφορήσουν για την μεγάλη τους επιτυχία. Ο βασιλιάς τίμησε και τους δυο, δίνοντας στον Κρητικό τον τίτλο του διοικητή του πυροβολικού του στόλου και τον τίτλο του δεύτερου δημάρχου της πόλης του Κούσκο.
Όσον αφορά τη συνέχεια των πολέμων μεταξύ Ισπανών και Ίνκας, αργότερα, το 1536 ο Μάνκο Ίνκα ξεκίνησε επανάσταση με αφορμή την κλοπή της γυναίκας του από τον Χερνάντο Πιζάρρο, αδερφό του Φρανσίσκο. Ο Μάνκο Ίνκα κατάφερε να συγκεντρώσει στρατό 200.000 ανδρών και η εξέγερση του συνεχίστηκε από τους συμπατριώτες του, ακόμα και μετά το θάνατό του το 1544, μέχρι το 1572 οπότε οι Ισπανοί κυρίευσαν και το τελευταίο προπύργιο των Ίνκας τη Βιλκαμπάμπα.
Ο ισπανικός εμφύλιος
Αμέσως μετά την πρώτη υποταγή των Ίνκας το 1533, ο Φρανσίσκο Πιζάρρο και ο Ντιέγκο ντε Αλμάγκρο μοιράστηκαν τη διοίκηση των εδαφών της αυτοκρατορίας όμως διψούσαν για περισσότερο πλούτο και εξουσία. Έτσι επιδόθηκαν σε έναν παράλογο και σκληρό εμφύλιο πόλεμο, ο οποίος κόστισε τη ζωή τόσο στον ίδιο τον Πιζάρρο και τον ντε Αλμάγκρο, όσο και στον Πέτρο τον Κρητικό. Αυτούς τους τρείς άνδρες οι οποίοι υπήρξαν οι πρώτοι Ευρωπαίοι που πάτησαν το έδαφος της Νότιας Αμερικής και πρωτοστάτησαν στην κατάκτηση του Περού.
Το 1538, ο Φρανσίσκο Πιζάρρο μαζί με τους αδελφούς του, οι οποίοι είχαν έρθει εν τω μεταξύ από την Ισπανία, βρισκόταν πλέον σε πόλεμο με τον μέχρι πρότινος φίλο και συμπολεμιστή του, αλλά πλέον ανταγωνιστή για την εξουσία, Ντιέγκο ντε Αλμάγκρο. Τον Απρίλιο του 1538, οι αντίπαλοι στρατοί συγκρούστηκαν στη μάχη των Λας Σαλίνας, μια περιοχή λίγο έξω από το Κούσκο και εκεί η συμβολή του Πέτρου του Κρητικού υπήρξε επίσης καθοριστική.
Ο Πέτρος έχοντας κατακτήσει εξουσία και πλούτο είχε επίσης σχηματίσει ένα δικό του μικρό μισθοφορικό στρατό, έχοντας συγκεντρώσει γύρω του, όπως αναφέρουν οι πηγές και μερικούς άλλους νεοφερμένους συμπατριώτες του Έλληνες, οι οποίοι κατείχαν και αυτοί στρατιωτική εμπειρία ως μισθοφόροι από την Ευρώπη. Επομένως, ο Κρητικός ήταν πλέον ένας δυνατός και ανεξάρτητος αρχηγός κονκισταδόρος, που μπορούσε να πολεμήσει για το δικό του αποκλειστικά όφελος ή να κυνηγήσει την δική του τύχη κατακτώντας καινούρια άγνωστα μέρη.
Οι αδελφοί Πιζάρρο, χάρη στην παλιά φιλία του Έλληνα με τον Φρανσίσκο είχαν, στην πρώτη φάση του εμφυλίου, τον Κρητικό και το έμπειρο πυροβολικό του με το μέρος τους. Με αυτόν τον τρόπο, κατείχαν σαφές πλεονέκτημα έναντι του ντε Αλμάγκρο. Έτσι πράγματι τον Απρίλιο του 1538, στη μάχη των Λας Σαλίνας, τα πυροβόλα του Κρητικού έπαιξαν τον ρόλο-κλειδί, καθώς επέφεραν καθοριστικές απώλειες στον αντίπαλό τους. Ο ντε Αλμάγκρο ηττημένος βρήκε προσωρινό καταφύγιο στα τείχη του Κούσκο, όμως οι Πιζάρρο, αμέσως μετά τη μάχη, μπήκαν νικητές στην αφύλακτη πόλη. Εκεί ο Χερνάντο Πιζάρρο συνέλαβε τον ντε Αλμάγκρο και αργότερα τον αποκεφάλισε μέσα στη φυλακή.
Μετά την κατάκτηση του Κούσκο, οι αδελφοί Πιζάρρο είχαν πλέον τον έλεγχο ολόκληρου του Περού. Σε αυτό το μικρό διάλλειμα μεταξύ των ισπανικών εμφυλίων στο Περού, ο Κρητικός αποφάσισε να επωφεληθεί πραγματοποιώντας δική του εκστρατεία στα ανατολικά, προς την ζούγκλα του Αμαζονίου, σε αναζήτηση κάποιου φημολογούμενου χρυσού βασιλείου, ενός «Αμαμπάγια». Ο Πέτρος πήρε την άδεια και την έγκριση από τους αδερφούς Πιζάρρο και βασιζόμενος σε ασαφείς και αόριστες πληροφορίες κινήθηκε προς την περιοχή του Αμαζονίου. Περιπλανήθηκε άσκοπα στην άγνωστη, σκοτεινή και υγρή ζούγκλα και έχοντας χάσει τον προσανατολισμό και τους περισσότερους άνδρες του από τον πυρετό και την πείνα γύρισε απογοητευμένος και άπραγος στο Περού.
Εκεί, όμως, ο εμφύλιος των Ισπανών είχε και πάλι αρχίσει. Το 1541, ο γιος του ντε Αλμάγκρο, Ντιέγκο ντε Αλμάγκρο Β΄, ο αποκαλούμενος «ελ Μόζο», σε εκδίκηση για τον θάνατο του πατέρα του, διοργάνωσε μια συνωμοσία εναντίον του Φρανσίσκο Πιζάρρο. Στις 26 Ιουνίου 1541 μαζί με, περίπου, άλλους είκοσι υποστηρικτές του, πραγματοποίησε έφοδο στο παλάτι όπου κατοικούσε ο Πιζάρρο στη Λίμα και εκεί τον δολοφόνησε.
Τώρα πλέον, ο Κρητικός είχε χάσει τον παλιό αρχηγό και φίλο του Φρανσίσκο, ενώ παράλληλα οι σχέσεις του με τους υπόλοιπους αδελφούς Πιζάρρο δεν ήταν καθόλου καλές. Έτσι αποφάσισε και συντάχθηκε κρυφά με τον ντε Αλμάγκρο Β΄.
Η μάχη των Τσούπας και το άδοξο τέλος
Η τελευταία αποφασιστική μάχη του ισπανικού εμφυλίου, δόθηκε στις 16 Σεπτεμβρίου 1542, στην περιοχή των Τσούπας, πάλι λίγο έξω από το Κούσκο, ανάμεσα στον Ντιέγκο ντε Αλμάγκρο Β΄ και τον στρατό της Νέας Καστίλλης υπό τη διοίκηση των διαδόχων του Πιζάρρο. Ο Πέτρος ο Κρητικός, τώρα πια με το μέρος του ντε Αλμάγκρο Β΄, κατασκεύασε και πάλι καινούρια πυροβόλα για τη μάχη αυτή. Συγκεκριμένα οι πηγές αναφέρουν ότι σε αυτή την περίπτωση τον βοήθησαν στην κατασκευή των πυροβόλων και δεκαέξι άλλοι Έλληνες. Παρόλα αυτά, ο ντε Αλμάγκρο είχε αρχίσει να χάνει την εμπιστοσύνη του στον Πέτρο. Λέγεται, πως λίγες μέρες πριν τη μάχη των Τσούπας, έπιασε αιχμάλωτο στο στρατόπεδό του, έναν αγγελιαφόρο ο οποίος μετέφερε γράμμα για τον Κρητικό, με το οποίο οι αντίπαλοι του προσέφεραν αρκετά χρήματα για να σαμποτάρει την δράση του πυροβολικού του κατά τη μάχη. Το γράμμα αυτό δεν έφτασε ποτέ στα χέρια του Κρητικού. Εντούτοις την ημέρα της μάχης των Τσούπας και κατά τη διάρκεια αυτής, η δράση των πυροβόλων του δεν είχε τα αναμενόμενα αποτελέσματα. Οι αντίπαλοι του ντε Αλμάγκρο είχαν το πλεονέκτημα της μάχης και το περίφημο πυροβολικό του Κρητικού δεν επέφερε μεγάλες απώλειες εις βάρος τους.
Είναι άγνωστο γιατί το έμπειρο πυροβολικό του Πέτρου στάθηκε τόσο αναποτελεσματικό σε τούτη τη μάχη, καθώς παραμένει αβέβαιο το κατά πόσο ο Έλληνας όντως ενέργησε προδοτικά, αστοχώντας επίτηδες ή όχι. Το γεγονός είναι ότι ο ντε Αλμάγκρο, βλέποντας πως ήταν πλέον σαφές ότι θα έχανε τη μάχη, αποφάσισε να ξεσπάσει την οργή του πάνω στον Κρητικό, θεωρώντας ότι ενσυνείδητα και προδοτικά δεν σημάδευε σωστά τον αντίπαλο στόχο. Όρμησε επάνω του και αποκαλώντας τον «αναθεματισμένο Γραικό προδότη», τον σκότωσε με τα ίδια του τα χέρια.
Εντούτοις, μετά από την ήττα του στα Τσούπας, ο ντε Αλμάγκρο Β΄ είχε την ίδια ακριβώς τύχη με τον πατέρα του. Μαζί με τον ηττημένο στρατό του, τράπηκε σε φυγή και καβαλικεύοντας ένα γαϊδούρι επέστρεψε στο Κούσκο. Την ίδια μέρα οι αντίπαλοί του μπήκαν νικητές στην πόλη, τον συνέλαβαν και τον θανάτωσαν στην κεντρική πλατεία. Η μάχη των Τσούπας ήταν και το τέλος του Έλληνα, που με την δράση του πυροβολικού του αλλά και την γενναία και δυναμική του προσωπικότητα, έπαιξε καθοριστικό ρόλο στην ανακάλυψη και πρώτη κατάκτηση της νότιας Αμερικής από τους Ευρωπαίους.
Επίμετρο:
Πυροβολικό και πυροβολητές του 16ου αιώνα
Κατά τον 16ο αιώνα, η εξέλιξη της κατασκευής των πυροβόλων και της τεχνικής χρήσης τους καθιστά πλέον αυτό το όπλο απαραίτητο για κάθε ευρωπαϊκό στρατό. Οι κυρίαρχοι τύποι πυροβόλων της εποχής ήταν οι κουλβερίνες, οι φαλκονέτες και οι όλμοι. Τέτοιου είδους πυροβόλα πιθανότατα είχε στη διάθεσή του και ο Πέτρος Κρητικός στο Περού. Η χρήση των πυροβόλων απαιτούσε σημαντικές τεχνικές και επιστημονικές γνώσεις γεωμετρίας και φυσικής. Συνεπώς οι έμπειροι και ικανοί πυροβολητές ήταν περιορισμένοι και περιζήτητοι. Τέτοιοι αποδεικνύεται ότι ήταν ο Κρητικός και οι άλλοι Έλληνες σύντροφοί του, που εκτός από τη χρήση γνώριζαν καλά και την κατασκευή πυροβόλων.
Βιβλιογραφία - Πηγές:
(1) John Hemming, THE CONQUEST OF THE INCAS, Macmillan, London, 1993
(2) Kim MacQuarrie, THE LAST DAYS OF THE INCAS, Simon & Schuster, 2007
(3) Pedro de Cieza de Leon, THE SECOND PART OF THE CHRONICLE OF PERU, μτφρ. Clements R. Markham, Hakluyt Society, London 1883.
(4) Pedro de Cieza de Leon, THE TRAVELS OF PEDRO DE CIEZA DE LEON, AD 1532-50, CONTAINED IN THE FIRST PART OF HIS CHRONICLE OF PERU, μτφρ. Clements R. Markham, Hakluyt Society, London, 1883.
(5) Pedro de Cieza de Leon, THE WAR OF LAS SALINAS, μτφρ. Clements R. Markham, Hakluyt Society, London, 1923, (α΄ εκδ. 1883).
(6) Pedro de Cieza de Leon, THE WAR OF CHUPAS, μτφρ. Clements R. Markham, Hakluyt Society, Londonμ 1917, (α΄ εκδ. 1883).
(7) William H. Prescott, HISTORY OF THE CONQUEST OF PERU, BiblioBazaar, 2006, ( Harpers & Bros, USA, 1847)
(8) Φώτης Κόντογλου, ΠΕΤΡΟΣ Ο ΚΡΗΤΙΚΟΣ, Ο ΛΕΓΟΜΕΝΟΣ PEDRO DI CANDIA, σελ. 51-63, στο ΦΗΜΙΣΜΕΝΟΙ ΑΝΤΡΕΣ ΚΑΙ ΛΗΣΜΟΝΗΜΕΝΟΙ, εκδόσεις «Αστήρ», Αθήνα, 1994, (α΄ έκδοση 1987)
Ιωάννης Δανδουλάκης ©
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου